Μητροπόλεως, στοά Χρυσικοπούλου, ασανσέρ, 5ος όροφος, διάδρομος, είσοδος γραφείων της Διαγωνίου. Το τακτικό μας ραντεβού ήταν κάθε Δευτέρα πρωί. Έμπαινα στον προθάλαμο, εκεί που λειτουργούσε η γκαλερί και πριν φτάσω στην πόρτα του γραφείου εμφανιζόταν η ψιλόλιγνη μορφή και άναβε το φως αν ήταν νέα η έκθεση˙ αν συνεχιζόταν από την προηγούμενη εβδομάδα, απλώς με περίμενε καθισμένος στο γραφείο του, τυπικός τον πρώτο καιρό, κα(υ)λώς τον, ύστερα. Μια φορά, με συνεχιζόμενη την έκθεση, βγήκε στο άνοιγμα της πόρτας και μου είπε: σε καταλαβαίνω από τον ήχο των βημάτων σου. Δε θυμάμαι πώς συνεχίστηκε η κουβέντα, μου είχε πει κι άλλα για άλλων βήματα και ήχους.
Εγώ το μόνο δώρο που αξιώθηκα να του κάνω ήταν μια ξύλινη καρέκλα καφενείου, με ψάθα, που την είχαμε στο πατρικό μου, στον Εύοσμο, στη βεράντα. Η μάνα μου τον αγαπούσε ιδιαιτέρως τον κύριο Ντίνο, τον γνώρισε κι από κοντά το διήμερο που τον φιλοξενήσαμε στο χωριό για τον γάμο μου, δεν είχε απολύτως καμία αντίρρηση για την καρέκλα. Ο ίδιος την δέχτηκε με μεγάλη χαρά μιας και ήταν αυτή που χρησιμοποιούσε στο παζάρι βιβλίου στην παραλία αντί των πλαστικών καθισμάτων που διέθετε στους ενοικιαστές των περιπτέρων η διοργανωτική επιτροπή. Δεν πήγαινε αρχικά στο παζάρι, ως εκθέτης. Εμένα πάλι μου άρεζε πολύ και λυπόμουνα που τα βιβλία της Διαγωνίου έλειπαν από την παραλία στο τέλος της Άνοιξης και τις αρχές του Καλοκαιριού.
Αφού απολύθηκα από τον στρατό, δοκίμασα την τύχη μου στο παζάρι ως εκθέτης με περίπτερο των εκδόσεων Επικαιρότητα˙ προξενητής ο Βασίλης του Ραγιά, ο Βασίλης Παρασκευαΐδης δηλαδή, ο εμβληματικός υπάλληλος στον χώρο του βιβλίου στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος στο διάστημα που διαρκούσε το παζάρι, έπαιρνε την άδειά του (όπως και πολλοί άλλοι συνάδελφοί του άλλων βιβλιοπωλείων), και κρατούσε περίπτερα γνωστών εκδοτικών οίκων. Πήγαινα και του έκανα παρέα πριν από τον στρατό, γοητευμένος, ώσπου γειτονέψαμε στα περίπτερα ως εκθέτες μετά την στρατιωτική μου θητεία.
Είπα λοιπόν του Ντίνου μετά, όταν πήρα το κολάι από τη μέσα μεριά του πάγκου για δύο χρονιές, πως δεν είχε να χάσει τίποτε, θα κρατούσα εγώ το περίπτερο, αυτός μόνο θα μου έδινε τα βιβλία και τα περιοδικά και φυσικά, θα το έκανα χωρίς αμοιβή. Την πρώτη χρονιά, το 1987 ήταν, δυόμιση χρόνια μετά την απόλυσή μου από το στρατό, οι Εκδόσεις Διαγωνίου μπήκαν στο περίπτερο δίπλα από τον Κέδρο που είχε ο Βασίλης. Είχα κι εγώ βγάλει δύο βιβλία, ήδη, στις εκδόσεις Διαγωνίου αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος που έκανα το σαλτανάτι. Στον πάγκο τοποθετήθηκαν και οι αδελφές εκδόσεις του Τάσου Κόρφη. Το ίδιο έγινε και την επόμενη χρονιά˙ χρονιά του γάμου μου.
Ο απολογισμός ήταν καλός. Έχω ακόμη το σπιράλ τετράδιο στο οποίο σημείωνα πού έστειλα τα βιβλία μου, ποιος απάντησε, ποιο περιοδικό έγραψε κάτι, αλλά και τα πάρε δώσε με τον Ντίνο για τα αντίτυπα που διέθετε στα βιβλιοπωλεία ο φοβερός και τρομερός μηχανισμός διάθεσης των Εκδόσεων Διαγωνίου: τόσα αντίτυπα ο Νίκος ο Βασιλάκης στα βιβλιοπωλεία στην Αθήνα, επί τόσο τοις εκατό, τόσες δραχμές˙ τόσα εγώ (ο Ντίνος Χριστιανόπουλος δηλαδή) στα βιβλιοπωλεία στη Θεσσαλονίκη, επί τόσο τοις εκατό, τόσες δραχμές. Σ΄ αυτό το τετράδιο έχω και τους απολογισμούς τού περιπτέρου με τα βιβλία της Διαγωνίου. Από το 1989 πήρε ο ίδιος τη σκυτάλη και εγώ βοηθούσα λίγο και κυρίως στη μεταφορά των κιβωτίων με τα βιβλία στην αρχή και στο τέλος του φεστιβάλ. Η πρώτη μου κόρη γεννήθηκε ακριβώς με τη λήξη της διοργάνωσης εκείνης της χρονιάς. Βράδυ Κυριακής έβαλα τα κιβώτια στο αμάξι, κλείσαμε τα περίπτερα με τον Βασίλη και με τις συζύγους μας πήγαμε για πίτσα στη Μαινεμένη˙ το ξημέρωμα της Δευτέρας με βρήκε πατέρα.
Δεν πήγα άλλη χρονιά ως περιπτερούχος, αλλά πήγαινα ως επισκέπτης. Την ξύλινη καρέκλα με την ψάθα τού την έκανα δώρο για να την έχει στην παραλία και να μην κάθεται πάνω στο πλαστικό. Αυτός, μαζί με τον Περικλή Σφυρίδη και τον Σάκη Παπαδημητρίου μού χάρισαν, το 1988, τη δεύτερή μου χρονιά ως περιπτερούχος των Εκδόσεων Διαγωνίου, έναν Παπανάκο! Αγαπημένος μου ζωγράφος ο Πάνος Παπανάκος, αλλά τα μικρά μου έσοδα από τα μαθήματα που έκανα ως Φυσικός, δεν μου επέτρεπαν να αγοράσω πίνακά του. Το τηλέφωνο κι ο Παπανάκος βρίσκονται στο σπίτι μου. Η καρέκλα, έκανε τη διαδρομή από τη στοά Χρυσικοπούλου στην παραλία και αντιστρόφως για πολλά χρόνια, -πήγε και στο σπίτι του στις Συκιές-, μετά δεν ξέρω τι απέγινε.
(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Σταφυλή, αρ. 2, Ιούνιος 2022,σελ. 135-138)
Αν τηρούσα τη συμβουλή του, στο κατάλληλο τετράδιο όπου θα προσέτρεχα για πληροφορίες σχετικά με εκείνες τις ημέρες, θα το έβρισκα μια χαρά αυτό το γεγονός που είχε τελείως σβηστεί από τη μνήμη μου! Ασχέτως αν τώρα ένιωσα πολλή χαρά! Να ψάχνετε τα βιβλία στη βιβλιοθήκη σας. Όλο και κάποιο κρυμμένο κομμάτι του εαυτού σας θα ανακαλύψετε!
ΥΓ
Προσέξτε άλλη μία σύμπτωση: Στο κείμενο που δημοσιεύτηκε στη Σταφυλή, αρ. 2, περιέγραφα το κλείσιμο του Φεστιβάλ του 1989, η επόμενη μέρα του οποίου με βρήκε πατέρα στην πρώτη μου κόρη! 5-6-1989.Το κειμενάκι-αφιέρωση του Ντίνου στο βιβλίο έχει ημερομηνία 5-6-1988. Έναν χρόνο ακριβώς πριν τα γεννητούρια και με μένα ανύπαντρο ακόμα!