Θεσσαλονίκη 18 Ιουλίου 2008
Αρ. Πρωτ. 208
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Το Φεστιβάλ Μονής Λαζαριστών ανακοινώνει ότι αναβάλλει τις υπόλοιπες εκδηλώσεις της Μονής Λαζαριστών (Μικρή μουσική σκηνή και κινηματογράφος) λόγω οικονομικών δυσχερειών οι οποίες προέρχονται από το χρέος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδας προς τη Μονή Λαζαριστών.
Ο Πρόεδρος
Παναγιώτης Ψωμιάδης
Νομάρχης ΘεσσαλονίκηςΗ ανακοίνωση αυτή βρίσκεται στο site της Μονής Λαζαριστών χωρίς καμία άλλη αναφορά. Οι σελίδες των εκδηλώσεων υπάρχουν στη θέση τους ακόμα.
Τα μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν την είδηση με επιπλέον πληροφορίες, ενώ ο χθεσινός "Αγγελιοφόρος" αφήνει να εννοηθεί πως πρόκειται για κίνηση πίεσης του νομάρχη προς το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος για να το αναγκάσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.
Στο χώρο αυτό δημοσίευσα την εισήγησή μου προς το ΔΣ της Αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας "Μονή Λαζαριστών". Είχε προηγηθεί συνάντησή μου και με τον νομάρχη (ο ίδιος ήταν και τότε). Στήθηκε μια συνάντηση με το δικηγόρο της Μονής και με άλλουςπαράγοντες μα ήταν φανερό πως δεν υπήρχε διάθεση να αλλάξουν τα πράγματα. Το ίδιο έργο το έχουμε ξαναδεί εδώ στη Σταυρούπολη με την Κοινωνικοπολιτιστική Επιχείρηση του Δήμου. Σχετική εισήγησή μου, στο Δημοτικό Συμβούλιο δημοσιεύτηκε πάλι εδώ.
Όσο υπήρχε ροή κονδυλίων από την κεντρική εξουσία, κάποιοι τοπικοί παράγοντες (μικρού πολιτικού εκτοπίσματος, παρά την μεγάλη ιδέα που είχαν οι ίδιοι για τον εαυτό τους) ξεσάλωναν χτίζοντας στην άμμο θεσμούς, εκδηλώσεις, δράσεις, προσλαμβάνοντας δεκάδες συμβασιούχων και απολαμβάνοντας την γκλαμουριά της εξουσίας. Κι από υποδομές; Κι από κινηματική αυτοδιοικητική λογική;
Η Επιχείρηση κινδύνεψε να κλείσει και το μέλλον της συνδέεται πάλι με την χρηματοδότηση από τον Δήμο και όχι από αναπτυξιακό σχεδιασμό. Η Μονή, τώρα κατάλαβε πως δεν μπορεί να στήνει αυθαίρετα φεστιβάλ με εταίρους που της φόρτωσε χωρίς κανέναν σχεδιασμό ο Ευάγγελος Βενιζέλος και έχασε κάθε αυτοδιοικητική αναφορά στις Δυτικές Συνοικίες όπως ήταν ο αρχικός καημός όσων πάλεψαν για να την αποκτήσει το ελληνικό δημόσιο το 1985 με τα χρήματα για τα 2300 χρόνια της Θεσσαλονίκης.
Το εύκολο χρήμα κάποτε τελειώνει και τότε φαίνεται η ανεπάρκεια όσων καίγονται να διαχειριστούν αλλά αδυνατούν να προβλέψουν, να σχεδιάσουν και κυρίως να δουλέψουν.
Για λόγους ιστορικούς και μόνο, επειδή δεν πιστεύω ότι τώρα πια μπορεί να γίνει κάτι καλό, αναδημοσιεύω εδώ ένα κείμενο του 1997. Θυμάστε; Χρονιά που η Θεσσαλονίκη ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης και η Μονή Λαζαριστών ένα από τα μεγάλα έργα της πόλης:
ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΗΜΩΝ
Στις 21.9.1997 εγκαινιάστηκε το Πολιτιστικό Κέντρο της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Το νέο συγκρότημα περιλαμβάνει το ανακαινισμένο κτίριο του Ιεροσπουδαστηρίου των Λαζαριστών που χτίστηκε το 1886 και ένα υπόγειο θέατρο που συμπλήρωσε το παλαιό κτίσμα. Κατά ομολογία, ακόμη και των ομιλητών της βραδιάς, ουσιαστικά εγκαινιάστηκε ένα φρεσκοβαμμένο κέλυφος που έκρυβε στο εσωτερικό του ένα γιαπί.
Ό,τι ακολουθεί, στο κείμενο που ξεκινήσατε να διαβάζετε, είναι εντυπώσεις που μου δημιουργήθηκαν όσο άκουγα τις ομιλίες στη διάρκεια της τελετής. Έχουν το χαρακτήρα μιας εν θερμώ καταγραφής όσων πέρασαν από το μυαλό μου εκείνο το βράδυ. Είναι σίγουρο ότι αν κανείς ασχοληθεί συστηματικά με το θέμα και μελετήσει όλους τους φακέλους, από την ανακήρυξη του κτιρίου σε διατηρητέο μέχρι τα πρόσφατα εγκαίνια, θα εκπλαγεί με το θράσος όσων παρουσιάστηκαν στο ρόλο των επισήμων εκείνη τη νύχτα της 21ης Σεπτεμβρίου του 1997 να εμφανίσουν ως λαμπρό δημιούργημά τους, κάτι που άλλοι ξεκίνησαν και, κυρίως, κάτι που για άλλα πράγμα, διαφορετικό από αυτό που εγκαινιάστηκε, προοριζόταν.
Αναφέρθηκε από τους ομιλητές, σε όλους τους τόνους, η δαπάνη των 7,5 δισ., ενώ το ποσό που απαιτείται για να ολοκληρωθεί το έργο προσδιορίστηκε στο ύφος των 500 εκατομμυρίων τη στιγμή που όλοι γνωρίζουν πως είναι περίπου διπλάσιο. Απευθύνθηκαν, επανειλημμένα, ευχαριστίες προς την τεχνική εταιρεία που δούλεψε στο έργο και η οποία -στο κάτω κάτω- τη δουλειά της έκανε. Και όχι μόνον. Αξίζει τον κόπο να ρωτήσει κανείς ποιος ή ποιοι συγκεκριμένοι άνθρωποι βρίσκονται πίσω από αυτήν την εταιρεία, πώς ανέλαβαν τη συγκεκριμένη εργολαβία και πώς συμπεριφέρθηκαν στον συγκεκριμένο αρχιτέκτονα του οποίου την ιδέα, υποτίθεται, θα υλοποιούσαν.
Την τελετή τίμησαν με την παρουσία τους πάρα πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι γέμισαν ασφυκτικά το χώρο, χωρίς όμως να κρύβουν τη μεγάλη τους λαχτάρα ν’ απολαύσουν δωρεάν τη συναυλία της Ελευθερίας Αρβανιτάκη. Μπροστά τους εμφανίστηκαν πέντε ομιλητές (έξι, αν υπολογιστεί και το σύντομο λογύδριο του μητροπολίτη που χοροστάτησε στη λειτουργία των εγκαινίων). Όλοι ανεξαιρέτως φρόντισαν να προβάλλουν τους λόγους για τους οποίους τους αξίζουν συγχαρητήρια για την προσφορά τους και, το σημαντικότερο, να δηλώσουν παρόντες στη διεκδίκηση κάποιου κομματιού από τη λαχταριστή πίτα. Δεν ακούστηκε ούτε ένα όνομα που να μην ανήκε στον κομματικό χώρο των ομιλούντων. Μέχρι και ο, μακαρίτης πια, Μ. Παπαδόπουλος, δήμαρχος κάποτε της Θεσσαλονίκης, μνημονεύθηκε χωρίς να υπάρχει κανείς λόγος, την ώρα που ο Χρήστος Τσακίρης (δήμαρχος Σταυρούπολης στη δωδεκαετία 1978-1990) έψαχνε απεγνωσμένα για ένα ποτήρι νερό και δεν έβρισκε ο άνθρωπος μια βρύση στα καλογυαλισμένα μάρμαρα που έλαμπαν κάτω από τα σπάταλα φώτα.
Γι' αυτόν, ανταμοιβή υπήρξε η μεγαλόψυχη αναφορά του δημάρχου Σταυρούπολης Σπύρου Μπαρούτα στη συμβολή των «παλαιότερων διοικήσεων»- έτσι, γενικά και αόριστα και μάλιστα προσπαθώντας να υποβαθμίσει όσο γινόταν τους επαίνους που ήταν αναγκασμένος να διατυπώσει: «αν θέλετε, και παλαιότερες διοικήσεις συνέβαλαν για να γίνει πράξη αυτό το έργο», είπε περίπου.
ΠΟΙΟΙ ΕΥΛΟΓΗΣΑΝ ΤΑ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥΣ
Το συμπέρασμα που έπρεπε οπωσδήποτε να βγάλουν οι παρευρισκόμενοι (και γι' αυτό προσπάθησαν πολύ όλοι οι ομιλητές) ήταν:
• Το κτίριο το ανακάλυψε, το αγάπησε, το αγόρασε και το χάρισε στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης η Μελίνα Μερκούρη.
•Για καλή της τύχη, βρέθηκε να είναι δήμαρχος Σταυρούπολης ο Σπύρος Μπαρούτας, ο οποίος διακρίθηκε για δύο πράγματα: Είχε την έμπνευση και το θάρρος να διοργανώσει στα ερείπια της Μονής εκδηλώσεις με σκοπό να τη βγάλει από τη λήθη και να την κάνει γνωστή στους Θεσσαλονικείς και είχε, επίσης, την υπομονή και την επιμονή να εποπτεύει καθημερινά τα έργα, ώστε να παραδοθεί σε χρόνο-ρεκόρ το λαμπρό κτίριο.
Σ’ αυτήν την πλειοδοσία επαίνων και ευχαριστιών μεταξύ «ημετέρων», η αχαριστία και η παραποίηση της ιστορικής αλήθειας έδωσαν και πήραν:
1. Το κτίριο χαρακτηρίζεται διατηρητέο το 1980 με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, με τη Μελίνα στην αντιπολίτευση και με τον Χρήστο Τσακίρη δήμαρχο Σταυρούπολης. Αντ’ αυτών μνημονεύθηκε ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Στα αμέσως επόμενα χρόνια γίνονται προσπάθειες από τους ιδιοκτήτες (Ενορία Καθολικών Θεσσαλονίκης) να κατεδαφιστεί το κτίριο. Οι προσπάθειες αυτές ήταν επίμονες και ο κίνδυνος απώλειας του κτιρίου πραγματικός για να αναφέρεται αυτή η λεπτομέρεια στο βιβλίο για τα Νεώτερα Μνημεία της Θεσσαλονίκης, που εξέδωσε η αρμόδια εφορία μνημείων. Το κτίριο σώθηκε χάρις στις προσπάθειες του δήμου Σταυρούπολης που τότε, 1982-1983, δεν είχε βέβαια επικεφαλής τον δήμαρχο που γιόρταζε τη βραδιά των εγκαινίων, αλλά τον άλλον, που βρισκόταν κάπου ανάμεσα στο μεγάλο πλήθος που παρακολουθούσε την τελετή.
2. Το 1985, επί Μελίνας πια, το κτίριο αγοράζεται με την ευκαιρία των 2.300 χρόνων της Θεσσαλονίκης. Σε ποιον όμως αποδίδεται; Σ' αυτόν που το διεκδίκησε επίμονα και τεκμηριωμένα (όλη η αλληλογραφία με τους φακέλους υποστήριξης αυτής της αγοράς και προτάσεις για μελλοντική χρήση ξεκινάει από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου Σταυρούπολης) και που του ανήκει γεωγραφικά; Όχι! Αποδόθηκε στο Νομαρχιακό Ταμείο Θεσσαλονίκης. Λέτε να ήταν τυχαίο το γεγονός ή, έστω, να έκρυβε αυτή η απόφαση κάποιο σοβαρό σκεπτικό ουσίας και να μην είχε καμία σχέση με το ότι δήμαρχος Σταυρούπολης συνέχιζε να είναι το ίδιο πρόσωπο από το 1978 (και μη κυβερνητικός ο αφιλότιμος), ενώ ο νομάρχης, τότε, διοριζόταν από την κυβέρνηση;
ΑΛΛΑ ΕΝΕΚΡΙΝΑΝ, ΑΛΛΑ ΕΚΑΝΑΝ
4. Την ευθύνη της προκήρυξης Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού το 1988 την είχε ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης. Ο διαγωνισμός έγινε και απέδωσε τρίτο βραβείο, το οποίο υποτίθεται πως υλοποιήθηκε. Η ξύλινη μακέτα αυτού του βραβείου υπάρχει σε ασπρόμαυρη φωτογραφίαστο διαφημιστικό έντυπο που κυκλοφόρησε τη βραδιά των εγκαινίων. Φαίνεται καθαρά ο τρόπος που κλείνει το «Π» του Πολιτιστικού Κέντρου με τα κτίρια που θα στέγαζαν τα Τεχνικά Λύκεια της περιοχής. Είναι αυτά τα κτίρια που δεν ξεκίνησαν ποτέ να χτίζονται και είναι τα ίδια ακριβώς κτίρια στα οποία αναφέρθηκε ο ίδιος ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, ζητώντας να μην κτιστούν γιατί θα κρύβουν τον ορίζοντα του εγκαινιασθέντος κτιρίου. Η κατάρα αυτού του οικοδομήματος συνεχίζει να πλανάται από πάνω του για 111 ολόκληρα χρόνια. Από κατασκευής του έμεινε ημιτελές, αφού ξεκίνησε για να έχει σχήμα «Π» και ολοκληρώθηκε μόνο το «Γ» (σαφή υπόμνηση αυτού του γεγονότος είναι η μη κάλυψη των ιχνών που προορίζονταν να γίνουν η τρίτη πλευρά του «Π»). Έτσι και τώρα. Αντί για ένα ολοκληρωμένο συγκρότημα κτίστηκε το μισό και διατυπώθηκε με σαφήνεια το υπουργικό αίτημα, ώστε να μείνει και στο μέλλον μισό.
5. Το 1990 ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός και αμέσως μετά, την ίδια χρονιά, γίνεται η αλλαγή σκυτάλης στο Δήμο Σταυρούπολης. Λίγο αργότερα, στις αρχές του 1991, αλείφεται με βούτυρο το ψωμί του νέου δημάρχου. Μια περίεργη συγκυρία φέρνει σ' επαφή μεταξύ τους κάποιους ανθρώπους που συγκροτούν μια μη κερδοσκοπική εταιρεία, την «Αλλη Πλευρά». Αυτοί, λοιπόν, οι άνθρωποι πείθουν τον νέο δήμαρχο να τους δοθεί ο χώρος του ερειπίου και ο μηχανισμός του δήμου για να γίνουν εκεί οι πρώτες εκδηλώσεις με ημερίδα για το παρελθόν του κτιρίου και την αρχιτεκτονική του αξία, με έκθεση των μακετών που συμμετείχαν στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό και με συναυλία των Χειμερινών Κολυμβητών. Τις εκδηλώσεις βοήθησε σημαντικά το Ράδιο Παρατηρητής, όπου η «Άλλη Πλευρά», αμισθί, έκανε σειρά εκπομπών για τη Δυτική Πλευρά της Πόλης. Ό,τι προγραμματίστηκε έγινε με μεγάλη επιτυχία και προσέλευση κόσμου. Οι Θεσσαλονικείς, εκείνες τις μέρες, ανακαλύπτουν ένα υπέροχο μνημείο και έναν υποβλητικό χώρο υπαίθριων εκδηλώσεων και ο δήμαρχος Σταυρούπολης ανακαλύπτει το δικό του Ηρώδειο.
6. Η «Άλλη Πλευρά» κάνει έκκληση στον δήμαρχο να προσέξει τα βήματά του (ώστε ό,τι θα γίνει από εκεί και ύστερα στο χώοο αυτό «να διακρίνεται για την ποιότητά του και να συμβάλλει στο ν’ αποτυπώνεται σταδιακά ο χαρακτήρας της Νέας Χρήσης του κτιρίου». Αυτό βέβαια προϋποθέτει σοβαρό σχεδιασμό και, φυσικά, ο δήμαρχος δεν ανταποκρίνεται. Αρχίζει να φιλοξενεί στο χώρο του μνημείου ακατάπαυστα «θεσμούς καλλιτεχνικούς» σχεδιασμένους στο πόδι, ν’ αδιαφορεί (μπροστά στο διαφαινόμενο πολιτικό όφελος) για την επικινδυνότητα του οικοδομήματος («κόκκινο» από τους σεισμούς του 1978) και να δέχεται χιλιάδες κόσμου (ανυποψίαστου για τον κίνδυνο). Όσον αφορά δε στο μέλλον του κτιρίου, αυτό προσδιοριζόταν κάθε φορά και με διαφορετικά κριτήρια. Ο δήμαρχος ανακοίνωσε κάποτε με χαρά πως ο, τότε, περιφερειάρχης το ήθελε για έδρα της περιφέρειας και, βέβαια, με την ίδια χαρά δέχτηκε την απόφαση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος να έρθει και να καταλάβει το σύνολο σχεδόν του κτιρίου. Ποιο σχεδιασμό για τη νέα χρήση του Ιεροσπουδαστηρίου των Λαζαριστών (πέρα από τις προβλέψεις του Οργανισμού Ρυθμιστικού) κατέθεσε ο δήμος Σταυρούπολης και σε ποιο βαθμό εισακούστηκε; Αν ο πολιτισμός δεν έχει σχέση με το ήθος, την ευγνωμοσύνη, την αίσθηση του χρέους και την ευγένεια των αισθημάτων τότε, πράγματι, στη Σταυρούπολη στις 21.9.1997 γράφτηκε μια σπουδαία σελίδα πολιτισμού.
ΥΓ. Η ορθόδοξη λειτουργία στην τελετή εγκαινίων είναι ιστορικής σημασίας. Ο κ. Λαλιώτης ήταν ο μόνος που επεσήμανε πως στον ίδιο χώρο, πριν από 111 χρόνια, κάποιοι άλλοι έκαναν τα δικά τους εγκαίνια: οι καθολικοί του τάγματος των Λαζαριστών. Η κρυφή δραστηριότητα του Ιεροσπουδαστηρίου ήταν στην κατεύθυνση του προσηλυτισμού στην Ουνία και βέβαια, εχθρική προς την Ορθοδοξία. Ο κύκλος του κτιρίου έκλεισε και τυπικά με τη συγκεκριμένη, για πρώτη φορά σ’ αυτό το χώρο, ορθόδοξη λειτουργία, αφού ουσιαστικά έχει πάψει κάθε εχθρική δραστηριότητα εκεί από πολλά χρόνια πριν. Αρκούσε μια απλή υπόμνηση αυτού του γεγονότος και όχι η υποκριτική και χωρίς καμία έμπνευση μετονομασία του Ιεροσπουδαστηρίου των Λαζαριστών στο άχαρο «Θεσσαλονίκη ’97».
ΥΓ 2. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο περ. Αντί, αρ. 645, Αθήνα, 10.10.1997 με τίτλο "Απ’ έξω κούκλα, από μέσα…". Ταυτόχρονα δημοσιεύτηκε και στο περ. Ενεργός Πολίτης, αρ. 3, Σταυρούπολη, με τον ορθό τίτλο "Τα εγκαίνια της Μονής Λαζαριστών και ο πολιτισμός των επισήμων", κατά τη διάρκεια της μακράς προεκλογικής περιόδου των δημοτικών εκλογών του 1998. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους αναδημοσιεύτηκε με τον σωστό τίτλο στην μηνιαία εφημερίδα Βιβλιονέα, αρ. 3, Θεσσαλονίκη.
Πολύ αργότερα, μου το ζήτησε ο Χρήστος Τσακίρης, επειδή ήθελε να το συμβουλευτεί, όταν μπήκε μια πλάκα με το όνομά του κάπου στα μάρμαρα της Μονής. Μου έδωσε κι ένα δικό του κείμενο το οποίο αναφέρεται στην προσπάθειά του να σωθεί το κτίριο και να αποδοθεί στην τοπική κοινωνία ως Πολιτιστικό Κέντρο Δυτικής Θεσσαλονίκης. Αυτό το κείμενο θα αναρτηθεί σε λίγες ημέρες. Ελπίζω να λειτουργήσει το διαδίκτυο σαν ένα διαχρονικό αρχείο και να μην χαθούν κάποτε, αυτά τα οποία ανεβάζουμε σ' αυτό, ακριβώς για να σωθούν.