Στον περιφερειακό Δήμο της μεγάλης πόλης, διοργανώνεται μια παρατεταμένη γιορτή στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, με μαθητικές εκδηλώσεις. Σημαντικό τμήμα αυτών των εκδηλώσεων αποτελούν οι θεατρικές παραστάσεις που ανεβαίνουν στην σκηνή του δημοτικού θεάτρου στα μέσα Ιουνίου.
Φέτος η πρεμιέρα συνέπεσε με μια ζεστή βραδιά. Όλη την ημέρα γινόταν ένας αγώνας δρόμου από τους τεχνικούς που ανέλαβαν την συντήρηση των κλιματιστικών μηχανημάτων, ώστε η παράσταση να γίνει σε δροσερό περιβάλλον.
Το γιατί έπρεπε η συντήρηση των μηχανημάτων να γίνει την ημέρα της πρεμιέρας, είναι ένα αυτονόητο ερώτημα, του οποίου η απάντηση χάνεται από γραφείου σε γραφείο του δημοτικού καταστήματος.
Αριθμοί πρωτοκόλλων, εκθέσεις επιτροπών, εισηγήσεις υπηρεσιών, αναζήτηση οικονομικών προσφορών, προθεσμίες συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου. Το κυριότερο: άρση των διαφωνιών όσων εμπλέκονται με τον καθορισμό της διαδικασίας, η οποία θα επιτρέψει στο τέλος στον τεχνίτη που θα δουλέψει, κάποτε να πληρωθεί.
Την συγκεκριμένη ημέρα πάντως ο τεχνίτης δούλεψε πριν ολοκληρωθεί η τυπική διαδικασία και χωρίς να έχει επίγνωση της περιπλοκότητάς της. Την ευθύνη της παρατυπίας ανέλαβε ο νέος αντιδήμαρχος που δεν μπορούσε να διανοηθεί την παράσταση σε συνθήκες καύσωνα.
Την επιπλοκή πάντως δεν την απέφυγε, επειδή την κρίσιμη στιγμή ο διακόπτης αρνήθηκε να θέσει σε λειτουργία το σύστημα και η βραδιά έπρεπε να ξεκινήσει με την αγωνία του αντιδημάρχου για το αν θα προλάβει να έρθει ξανά ο τεχνίτης για να επιληφθεί του προβλήματος το οποίο με την σειρά του έπρεπε να ήταν αντιμετωπίσιμο. Έτσι ο αντιδήμαρχος αντί για πολιτική ομιλία και διθυράμβους είπε την αλήθεια στους θεατές, ζητώντας την υπομονή όλων και προσβλέποντας στην έκπληξη της δροσερής αύρας που ίσως ερχόταν κάποια στιγμή από το πεισματάρικο μηχάνημα.
Πράγματι, με το άνοιγμα της αυλαίας, η αύρα της τεχνολογίας ήρθε.
Η παράσταση ξεκίνησε και έκρυβε μια ευχάριστη έκπληξη, την δεύτερη της βραδιάς. Ο δάσκαλος που ανέλαβε την σκηνοθεσία, κράτησε και το βασικό ρόλο για τον εαυτό του. Στην αρχή, αυτή η διαπίστωση ξένισε τους θεατές. Στην πορεία όμως αποδείχτηκε πως η κίνηση αυτή ήταν μια πολύ σωστή παιδαγωγική κίνηση. Ο δάσκαλος έγινε παιδί με τα παιδιά καθοδηγώντας τα στην θεατρική περιπέτεια.
Η διανομή των ρόλων, οι παρεμβάσεις στο κείμενο, το μπόλιασμα με την επικαιρότητα και η αναφορά ακόμη και σε γεγονότα τοπικής σημασίας, φανέρωναν έναν ταλαντούχο άνθρωπο που αγαπούσε τη δουλειά του. Χρησιμοποίησε με την ίδια αγάπη και φροντίδα παιδιά με κάθε είδους ανατομικές ιδιαιτερότητες.
Είναι σίγουρο πως πρέπει να έδωσε όλη τη χρονιά, καθώς προετοίμαζε το έργο, δύσκολο αγώνα για να καταφέρει τους ηθοποιούς του να ξεπεράσουν ανασφάλειες σχετικές με το πάχος τους, το ύψος τους, την εκφορά του λόγου τους, την κίνησή τους. Φαινόταν καθαρά πως τους προετοίμασε για μια γιορτή κι ένα ξεφάντωμα στο οποίο αφήνεσαι, δεν προσποιείσαι.
Κάποια στιγμή, ένα κοριτσάκι παραπάτησε κι έπεσε, λίγα μόνο λεπτά μετά την είσοδό της στη σκηνή. Ο πόνος που το διαπέρασε φάνηκε στο προσωπάκι του και στα δακρυσμένα ματάκια του. Καλύφθηκε πίσω από τη βαλίτσα που απαιτούσε ο ρόλος του και έψαχνε με το βλέμμα του πίσω από τις κουΐντες.
Ο δάσκαλος ήρθε στη σκηνή, γονάτισε και αγκάλιασε τη μικρή μαθήτρια, αντάλλαξαν κάποιες ατάκες, μέχρι που η ανάσα του κοριτσιού να αποκτήσει σταθερό ρυθμό παρόλο που ο μορφασμός του πόνου δεν το εγκατέλειψε στιγμή. Όλοι αναρωτιόντουσαν για το αν αυτό που έβλεπαν ήταν σκηνή του έργου ή ένα απρόοπτο συμβάν για το οποίο, οι πρωταγωνιστές του, επέλεξαν τον συγκεκριμένο τρόπο να το αντιμετωπίσουν.
Η παράσταση εξελίχθηκε κανονικά, η μαθήτρια έμεινε για περισσότερη από μισή ώρα πάνω στην σκηνή, γεγονός που δίνει μιαν άλλη διάσταση στις αντιδράσεις της την στιγμή του ατυχήματος.
Όταν όλοι στην αίθουσα ηρέμησαν και ξαναμπήκαν στον ρυθμό της παράστασης και μπορούσαν να απελευθερώσουν για λίγα δευτερόλεπτα το βλέμμα τους από το κέντρο της υπερυψωμένης σκηνής, είδαν στην άκρη της, στο ημίφως, μια γυναίκα γαντζωμένη στα σανίδια να κοιτάει με αγωνία τα όσα διαδραματίζονταν κάτω από τους προβολείς. Μάλλον η μάνα του κοριτσιού.
Τέλος καλό όλα καλά. Η παράσταση τελείωσε ομαλά, αν όχι θριαμβευτικά.
Όλοι ήταν χαρούμενοι.
Όλοι εκτός από τον κύριο που καθόταν δίπλα στον αντιδήμαρχο.
Ο κοντούλης αυτός κύριος έφτασε στο θέατρο, ασθμαίνων, λίγο πριν ανέβει στο βήμα ο αντιδήμαρχος. Κατευθύνθηκε στην πρώτη σειρά των καθισμάτων. Του αντιδημάρχου του φάνηκε πως ο νεοφερμένος τον κοίταξε αυστηρά.
Το συνδύασε με την εμφάνισή του και δεν έδωσε περισσότερη σημασία. Εμφάνιση ψευδομαχαλόμαγκα με σαφείς αναφορές στην μόδα των ξενυχτάδικων. Λευκή πανταλόνα μέχρι πριν τον αστράγαλο, παπουτσάκι χωρίς κάλτσα, ή κάλτσα που δεν προεξέχει του παπουτσιού, μαύρο πουκάμισο ανοιχτό χαμηλά προβάλλοντας ένα άτριχο στήθος. Λεπτός χωρίς περιττά κιλά, προφανώς για να του κάθονται τα ρούχα της βιτρίνας. Τσίχλα στο στόμα.
Με το που κάθισε, γύρισε προς τα πίσω, στην τρίτη σειρά των καθισμάτων και μίλησε σε κάποια. Σύζυγο; Φίλη;
Μάλλον φίλη αν κρίνει κανείς απ’ την στιχομυθία που αντάλλαξαν.
- Μόλις που πρόλαβα. Δεν είμαστε όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, είπε ο μαγκάκος.
- Και πού να ’ξερες ότι είμαι και με δύο ημέρες ρεπό, απάντησε η άλλη.
Σε όλη την διάρκεια της παράστασης, κοντά στο δίωρο, δεν έκανε με κανένα τρόπο αισθητή την παρουσία του. Έμοιαζε να ’ναι αφοσιωμένος στο έργο ή χαμένος στις σκέψεις του.
Με το φινάλε όμως και καθώς τα παιδιά χαιρετούσαν το κοινό και αγκαλιάζονταν με το δάσκαλό τους απολαμβάνοντας έναν θρίαμβο που εκφράζονταν με ολόθερμα χειροκροτήματα από την πλατεία, έδειξε κάτι περίεργα σημάδια ανησυχίας και του αντιδημάρχου του φάνηκε πως τον άκουσε να ψελλίζει ένα όνομα.
Ο μαγκάκος γύρισε έντρομος προς τη φίλη του.
- Δάσκαλος είναι; Δηλαδή κάνει μάθημα στα παιδιά μας; Αυτός, κάνει μάθημα στα παιδιά μας; Πώς τον λένε; Μήπως τον λένε Κούλη;
Καταιγιστικά, αγχώδη ερωτήματα, χωρίς να περιμένει απάντηση. Η οποία όμως, δυστυχώς γι’ αυτόν, ήρθε.
- Ευσταθίου. Κυριάκος Ευσταθίου.
- Ώχ! Κυριάκος. Δηλαδή Κούλης. Κυριακούλης, Κούλης. Αυτός είναι. Το χαϊδευτικό του, στη νύχτα, είναι Κούλης.
Και σώπασε κάτωχρος.
Περίμενε σε αναμμένα κάρβουνα να τελειώσει ο αντιδήμαρχος την απονομή κάποιων αναμνηστικών στα παιδιά. Αμέσως μετά, με αγριεμένο βλέμμα, έκανε νόημα σ’ ένα αγοράκι να κατέβει από τη σκηνή.
O αντιδήμαρχος άκουσε ολόκληρη τη στιχομυθία. Και φυσικά, μετά το πρώτο ξάφνιασμα, αρκετά ισχυρό στ’ αλήθεια, θεώρησε απίθανο το ενδεχόμενο που υπαινίχτηκε τόσο καθαρά ο μαγκάκος.
Όχι επειδή δεν θα μπορούσε ο δάσκαλος να έχει διπλή ζωή, αλλά επειδή δεν μπορούσε να χωνέψει, ο αντιδήμαρχος, πως ο διπλανός δεν κατάλαβε τίποτε επί δύο ώρες, ενώ ο δάσκαλος στην σκηνή, έκανε του κόσμου τις κινήσεις και τις γκριμάτσες, μιλούσε σε όλες τις διαβαθμίσεις της έντασης και της χροιάς της φωνής του˙ χαρούμενα και λυπημένα, με οργή αλλά και με έκπληξη, απειλητικά μα και ταπεινά.
Τι ήταν αυτό, το τόσο καθοριστικό, που έπεισε τον μαχαλόμαγκα πως ο δάσκαλος δεν είναι μόνο δάσκαλος;
Αυτή η απορία λειτουργούσε καθησυχαστικά στον αντιδήμαρχο, κάνοντάς τον ολοένα και περισσότερο να πιστεύει πως ο τσίφτης της γειτονιάς, με τις νυχτερινές γνωριμίες, έπεφτε έξω. Σίγουρα έκανε λάθος. Και όσο για το όνομα, μάλλον σύμπτωση. Εξ’ άλλου δεν είναι απαραίτητο το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο κάποιου να προκύπτει με λογικό τρόπο από το κύριο όνομα, ειδικά όταν υπάρχει κάτι μεμπτό να καλυφθεί. Για να μην πούμε ότι το Κούλης θα μπορούσε να βγαίνει κι από το … Αλέκος, κι από το …
Κι όσο, ο αντιδήμαρχος δεν έβρισκε με ευκολία, ονόματα που να δίνουν σαν χαϊδευτικό το Κούλης, τόσο συνειδητοποιούσε πως το αγκάθι είχε χωθεί για τα καλά στο δάχτυλό του κι όσο το σκάλιζε για να το βγάλει τόσο πιο πολύ τον ενοχλούσε.
Η εξαίσια εικόνα της απολαυστικής παράστασης θόλωσε από το μελάνι της ασπρόμαυρης σουπιάς, κι όπως είναι γνωστό η τελευταία εικόνα είναι αυτή που μένει.
Υ.Γ. Τα πρόσωπα και τα γεγονότα είναι τόσο πραγματικά όσο ακριβώς και φανταστικά. Η φωτογραφία είναι της Erika Lujano