Η πολιτική βία, όπως
εκφράστηκε με τις οργανώσεις που ασκούσαν αντάρτικο πόλης από τη δεκαετία του
1970 και μετά στην Ελλάδα, αποδόθηκε με τον όρο τρομοκρατία. Ο όρος υιοθετείται
σχεδόν αβίαστα ακόμα και από λογοτέχνες που τον εισάγουν στις λέξεις των
κειμένων τους που έχουν ως θεματική τους αυτήν ακριβώς την πολιτική βία. Το
ίδιο κάνει και η κριτική. Ένα, από τα λίγα αντίστοιχα, κείμενα στην ελληνική βιβλιογραφία
τιτλοφορείται:
Πολιτική Βία, Ιστορική Μνήμη, Τραύμα: αναπαραστάσεις
της τρομοκρατίας σε σύγχρονα Ελληνικά Λογοτεχνικά Κείμενα και Μαρτυρίες
(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ, τχ. 38, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011, σ. 120-135)
και η πρώτη πρόταση στο
περιοδικό που το φιλοξενεί γράφει:
Το άρθρο παρουσιάζει τα ερευνητικά συμπεράσματα που
προέκυψαν από τη μελέτη μυθοπλαστικών έργων και μαρτυριών της σύγχρονης
νεοελληνικής γραμματείας και τα οποία θέτουν στο επίκεντρο της προβληματικής
τους την έννοια της τρομοκρατίας.
Οι δύο συγγραφείς του άρθρου
(Βασιλική Λαλαγιάννη και Βασιλική Πέτσα) το λένε κάπως αλλιώς:
Το άρθρο αυτό θα προσπαθήσει να διερευνήσει τις
απεικονίσεις σε σύγχρονα λογοτεχνικά κείμενα μορφών ακραίας πολιτικής βίας που
διαπράττονται από μη κρατικούς φορείς και εμπίπτουν, ακολουθώντας την τυπολογία του Post, στον ιδεότυπο της «λαϊκής επαναστατικής
τρομοκρατίας».
Ξεκινούν το κείμενό τους με
τη διαπίστωση πως
Η πολιτική βία και η τρομοκρατία έχουν αποτελέσει σε
πολλές λογοτεχνίες του δυτικού κόσμου πρόσφορο έδαφος λογοτεχνικής
επεξεργασίας λόγω του ισχυρού συμβολικού τους φορτίου.
και στέκονται ιδιαιτέρως στον
όρο τρομοκρατία τον οποίο χαρακτηρίζουν ως πολύσημο
και αμφιλεγόμενο και ο οποίος
συνιστά πεδίο διερεύνησης και αναλυτικής επεξεργασίας
για διάφορες επιστημονικές ειδικότητες, εμφιλοχωρώντας παράλληλα και στον
πολιτικό λόγο πλείστων άλλων κοινωνικοπολιτικών φορέων δημοσίου λόγου.
Αναγνωρίζεται η δυσκολία του
να οριστεί επακριβώς:
Ειδικότερα, ο εννοιολογικός προσδιορισμός του όρου
«τρομοκρατία» συνιστά πεδίο έντονων ιδεολογικών, θεωρητικών και πολιτικών
αντιπαραθέσεων, γεγονός που καθιστά αδύνατη μια κοινά αποδεκτή εννοιολογική οριοθέτησή
του στις επιστήμες που ασχολούνται με αυτόν όπως, για παράδειγμα, στον χώρο των
πολιτικών επιστημών, της κοινωνιολογίας αλλά και της ψυχολογίας.
Πρόσθετη δυσκολία είναι και η
μη στατικότητα ή τυποποίηση των μορφών δράσης:
Παράλληλα, η ιστορική διαφοροποίηση των μορφών ακραίας
πολιτικής δράσης εναντίον των εκάστοτε προσδιοριζόμενων «εξουσιαστικών»
μηχανισμών —και ως τέτοιοι θεωρούνται το κράτος, «ξένα συμφέροντα» καθώς και
διάφοροι κοινωνικοπολιτικοί θεσμοί- δεν επιτρέπει τη σκιαγράφηση μιας άρρηκτης
συνέχειας στην εξέλιξη των πρακτικών, των κινήτρων και των διαφόρων άλλων
αναλυτικών παραμέτρων που ορίζουν την έννοια της «τρομοκρατίας».
Παρόλα αυτά εμφανίζονται
κοινές συνιστώσες στην προσπάθεια αποσαφήνισης του όρου:
Μπορούν όμως να εντοπιστούν ορισμένες κοινές συνιστώσες
στις απόπειρες προσδιορισμού του πολύσημου και συγχρόνως αμφίσημου αυτού όρου
[…] όλοι οι ορισμοί συγκλίνουν σε τρία σημεία: το πρώτο αφορά την κατ’ επανάληψη χρήση βίας η οποία, μέσω της εγγενώς
εργαλειακής της στοχοθεσίας, οφείλει να διαχωριστεί από την έννοια της
πολιτικής δύναμης που κατέχεται από κοινωνικοπολιτικές ομάδες ως αυτοσκοπός˙ το δεύτερο σημείο αφορά το προσδοκώμενο
αποτέλεσμα της χρήσης βίας, την επιδίωξη και την επιλογή των πολιτικών στόχων˙ και το τρίτο αναφέρεται στην πρόθεση των φορέων
πολιτικής βίας να προκαλέσουν τρόμο πρωτίστως στην ομάδα-στόχο και
δευτερευόντως στον πληθυσμό, ως μέσο αφύπνισης.
Από την άλλη:
[…] Η λογοτεχνία, ως διακριτό πεδίο της πολιτισμικής
παραγωγής, συνιστά σημαντικό φορέα διαμόρφωσης και επαναδιαπραγμάτευσης της
ιστορικής μνήμης. Με τη διαμεσολάβηση της αφηγηματικότητας επιτυγχάνεται
η μετατροπή ενός γεγονότος-εικόνας σε ψυχική αναπαράσταση. Με άλλα
λόγια, «τα ιστορικά γεγονότα εισέρχονται στον χώρο της μνήμης μόνο όταν
έχουν μετασχηματιστεί σε αφηγηματικά γεγονότα», σε μια αλληλουχία επίδρασης
και επαναληπτικότητας που καθιστά το μοναδικό ιστορικό συμβάν πολλαπλό και εναλλασσόμενο
αφηγηματικό γεγονός. Έτσι, «αντί να παρέχει παρηγοριά, το μυθοπλαστικό έργο
καυτηριάζει την πληγή με άβολες ερωτήσεις και σταθερή ενδοσκόπηση. Αποκαθαίρει
το γεγονός στο συλλογικό φαντασιακό με την εμφύτευση της αρχικής οδυνηρής
κατάπληξης σε αφηγήσεις, ποιήματα, θεατρικά έργα και ιστορίες». Παράλληλα, σε
επίπεδο υποκειμένου, αλλά και ειδικότερα σε ό,τι αφορά το συμβάν της τρομοκρατικής
πράξης, ο λογοτεχνικός λόγος με «τις αφηγηματικές του συμβάσεις, τη δύναμη αλλά
και την αυθαιρεσία, ενδεχομένως, της μυθοπλασίας, μπορεί να προσεγγίσει με τον
δικό του τρόπο τον τρομοκράτη και να συλλάβει τη συνολική, εξωτερική και εσωτερική
του κίνηση».
Οι δύο ερευνήτριες εντοπίζουν
δεκατρία λογοτεχνικά βιβλία που εκδόθηκαν από το 1987 έως το 2010.
[…] Στην κατηγορία της μυθοπλασίας με θέμα την
τρομοκρατία (στο «μυθιστόρημα της τρομοκρατίας», όπως θα μπορούσε να
ονομαστεί), εντάσσεται μια ομάδα έργων -μυθιστορήματα και διηγήματα- τα οποία
αναφέρονται στην ένοπλη πολιτική βία και σε τρομοκρατικές πράξεις
και τα οποία, κατά κύριο λόγο, έχουν εκδοθεί τα τελευταία δέκα χρόνια: Το
Θολάμι του Ν. Κάσδαγλη (1987), Το πέμπτο γένος του Δ. Νόλλα (1988),
Άγγελοι από το Νοέμβρη του Θ. Θεοδωρόπουλου (1989), Οι πολίτες της
σιωπής της Ν. Ευθυμιάδη (1993), Ο άνθρωπος που ξεχάστηκε του Δ.
Νόλλα (1995), Οι σχοινοβάτες της Α. Κουκουτσάκη (2002), Τέσσερις
ελληνικοί φόνοι του Α. Πανσέληνου (2004), Το σπίτι και το κελί τoυ X.
Χωμενίδη (2005), Η μανία με την Άνοιξη του Α. Μαραγκόπουλου (2006), Το άλλο
μισό μου πορτοκάλι του Λ. Μαυρόπουλου (2007), Το έβδομο ανακοινωθέν του
Γ. Πέτσα (2010), Ο καιρός του καθενός του Δ. Νόλλα (2010) και
το συλλογικό Θρυμματισμένος πλανήτης, που εκδόθηκε το 2004.
Τα βιβλία τα οποία αποτέλεσαν
το σώμα στο οποίο στηρίχθηκε το άρθρο των δύο κυριών δεν είναι τα μόνα που
εκδόθηκαν μέσα στο χρονικό εύρος που καλύπτει και συνεχώς προστίθενται και άλλα
μεταγενέστερα.
Το θέμα αυτών των βιβλίων
είναι που διεγείρει τα αντανακλαστικά της κριτικής. Το φαινόμενο της ένοπλης
δράσης οργανώσεων που τοποθετούνται στην «επαναστατική αριστερά», στην Ελλάδα,
ξεκίνησε αμέσως, σχεδόν, με τη Μεταπολίτευση. Επαναστατική Οργάνωση 17 Νοέμβρη και
Επαναστατικός Λαϊκός Στρατός εμφανίζονται με μία εκτέλεση και μία βομβιστική
επίθεση το 1975. Το 1977 και το 1985 καταγράφονται οι δύο πρώτοι νεκροί
αντάρτες πόλης˙ ο Χρήστος Κασίμης και ο Χρήστος Τσουτσουβής. Και οι
δύο συνδέονται με τον ΕΛΑ ενώ και για τους δύο ειπώθηκε πως εκτελέστηκαν από
συντρόφους τους για να μη συλληφθούν˙ στην περίπτωση μάλιστα του
Κασίμη κατηγορήθηκε ο Γιάννης Σερίφης ο οποίος πολύ αργότερα συνελήφθη και ως
μέλος της 17Ν. Η περίπτωση του Χρήστου Τσουτσουβή έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
που την έκαναν να γίνει αντικείμενο και της λογοτεχνίας.
(Σπύρος Λαζαρίδης, Ο Χρήστος Τσουτσουβής
στην ελληνική λογοτεχνία: https://tsalimi.blogspot.com/2018/05/blog-post_14.html)
Το πρώτο βιβλίο της ελληνικής λογοτεχνίας το οποίο στρέφει την προσοχή του στην
ένοπλη βία ως πολιτική έκφραση και διαμαρτυρία είναι το Θολάμι (1987) του Νίκου
Κάσδαγλη (1928-2009) και έχει σαφή αναφορά στα γεγονότα που συνέβησαν τον Μάιο
του 1985 και κατέληξαν στον θάνατο τριών αστυνομικών και ενός αντάρτη πόλης˙
του Χρήστου Τσουτσουβή.
Το δεύτερο βιβλίο της θεματικής αυτής σειράς δεν εστιάζει σε ένα συγκεκριμένο
γεγονός αλλά δίνει ένα γενικότερο περίγραμμα˙ είναι το Πέμπτο γένος (1988)
του Δημήτρη Νόλλα (γεν. 1940).
Και στα δύο αυτά βιβλία,
νιώθει την ανάγκη να αναφερθεί ο Δημοσθένης Κούρτοβικ στην κριτική του για το
τρίτο βιβλίο (και χρονολογικά και θεματικά), το Άγγελοι από το Νοέμβρη (1989)
του Θόδωρου Θεοδωρόπουλου (άγνωστο τον θεωρεί ο Κούρτοβικ˙
σύμφωνα με το οπισθόφυλλο των Αγγέλων, το πρώτο βιβλίο του εκδόθηκε το 1964,
επανεκδόθηκε το 1973 και μέχρι τους Άγγελους έβγαλε άλλα έξι βιβλία, κάποια σε
αυτοέκδοση. «Μάλλον άτυχο διήγημα»
θεωρεί το «Θολάμι» και «πολύ σημαντική
νουβέλα» «Το πέμπτο γένος»:
Σε σύγκριση με αυτά τα δύο έργα, η νουβέλα του Θόδωρου
Θεοδωρόπουλου αγγίζει την τρομοκρατία σ’ ένα βαθύτερο στρώμα και τη συσχετίζει
αμεσότερα με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Αν στο «Θολάμι» ο Κάσδαγλης
περιέγραψε τον τρομοκράτη σαν ένα άγριο παγιδευμένο θηρίο, που ωθείται από το
ένστικτο της αυτοσυντήρησης σε πράξεις τυφλής βίας, αν στο «Πέμπτο γένος» ο
Νόλλας υπαινίσσεται μια τρομοκρατία που αποτελεί αόρατη εστία αντίστασης στην
κρατική «αντιτρομοκρατία» (την πραγματική τρομοκρατία), ο Θεοδωρόπουλος
παρουσιάζει μια τρομοκρατία που δεν έχει τίποτα το ηρωικό ή « τρομοκρατικό»,
παρά σαπίζει μαζί με το καθεστώς που αντιμάχεται. Στο «Άγγελοι από το Νοέμβρη»
η τρομοκρατία είναι η επιτομή των συμπτωμάτων μαρασμού και εκφυλισμού ολόκληρου
του χώρου, μέσα στον οποίο δρα, υποτίθεται, ως απελευθερωτική και εξυγιαντική
δύναμη.
(Δημοσθένης Κούρτοβικ, Τα
σάπια μήλα του Νοέμβρη, εφημερίδα Ελευθεροτυπία, Σάββατο 22 Ιουλίου 1989)
Το άρθρο-μελέτη με το οποίο ξεκίνησε
αυτό το κείμενο περιλαμβάνει στα βιβλία κάτω από τον τίτλο «το μυθιστόρημα της
τρομοκρατίας» και το «Το άλλο μισό μου πορτοκάλι» (2007) του Λευτέρη
Μαυρόπουλου (γεν. 1962). Η έναρξη της λογοτεχνικής αφήγησης του Μαυρόπουλου από
τον Μεσοπόλεμο είναι που δίνει ένα ιστορικό πλαίσιο αναφοράς. Ο αντίλογος όμως
στη βία της εξουσίας και των φορέων της εξαντλείται σε εκδίκηση η οποία
τοποθετείται στο πλαίσιο της ατομικής ή έστω οικογενειακής αυτοδικίας, ακόμη
και όταν ξεσπάει τυφλά, σε άτομα που δεν είχαν εμπλακεί άμεσα στα γεγονότα του
οικογενειακού παρελθόντος. Και επιπλέον, οι κυρίως φόνοι στόχων του εκτελεστή,
παρόλο που τα θύματα έχουν τα χαρακτηριστικά των θυμάτων της ένοπλης
τρομοκρατικής δράσης μετά τη Μεταπολίτευση έγιναν πριν την κήρυξη της
εφτάχρονης Δικτατορίας!
Στο Άλλο μισό μου πορτοκάλι, του Λευτέρη Μαυρόπουλου,
διαγράφεται, συχνά υποβόσκουσα, μια αλληλουχία ανάμεσα στον
Μεσοπόλεμο, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, τη δικτατορία και την τρομοκρατία, ως
μετάδοση του τραύματος διαμέσου των γενεών, με τους απογόνους να
εκδικούνται για τα δεινά που υπέστησαν μέλη του οικογενειακού
περιβάλλοντος στη διάρκεια διακριτών ταραγμένων περιόδων της πρόσφατης
ελληνικής ιστορίας.
Μια τέτοια αλληλουχία
γεγονότων υπάρχει όμως στο βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα. Πολλές φορές,
προσεγγίζοντας ένα βιβλίο ή ένα κείμενο για το θέμα που θίγεται στις σελίδες
του και τις λέξεις του, βρισκόμαστε κατάματα με την αλήθεια, και τη γοητεία,
της ίδιας της λογοτεχνίας. Αξίζει να διαβάσει κάποιος ή κάποια το νέο βιβλίο
του Πρόδρομου Μάρκογλου επειδή εντάσσεται σε συγκεκριμένη θεματική ή επειδή
είναι Μάρκογλου; Ή και αλλιώς! Επηρεάζει η θεματική το λογοτεχνικό ύφος και τη
λογοτεχνική αξία ενός έργου;
Τα πεζογραφικά βιβλία του
Μάρκογλου είναι μια γειτονιά! Οι άνθρωποί της μπαινοβγαίνουν από το ένα σπίτι
στο άλλο. Το ίδιο κάνει και ο χρόνος. Σκύβει και αφήνει μία στιγμή του, πότε
στο ένα και πότε στο άλλο. Φευγαλέες αναφορές σε ένα βιβλίο αποκτούν σάρκα και
οστά σ’ ένα άλλο. Στην «Καταδολίευση» (2006) έχουμε τον Πήτερ Κουρτς και τη
Φωτεινή και σκόρπιες κουβέντες για κάποιο παιδί!
Κι εκείνη η φευγαλέα κουβέντα, μια χαζοκουβέντα
βέβαια, της νοσοκόμας για κάποιο πιθανό παιδί της Φωτεινής είχε καρφωθεί στο
μυαλό του και τον πονούσε.
Στο Μάτια στεγνά, χείλη
σφραγισμένα το παιδί υπάρχει και είναι ο Πέτρος Κατραντζής.
Ο Πρόδρομος Μάρκογλου,
θέλοντας να μιλήσει για κάποια πρόσωπα, τα οποία η συγκυρία τα έφερε σε κοινό
μονοπάτι, ανοίγει μερικά οικογενειακά άλμπουμ. Δείχνει πρόσωπα και αφηγείται
ιστορίες. Όταν κάποιος ή κάποια επιλέγει να αφηγηθεί με τρόπο που να αποσπά το
ενδιαφέρον (και την ευχαρίστηση) του ακροατή ή της ακροάτριάς του, τότε κάνει
την ιστορία του λογοτεχνία. Ο Μάρκογλου, εκτός του γεγονότος πως κάνει τις
ιστορίες του λογοτεχνία, εισάγει στη λογοτεχνία του και την Ιστορία
αριστοτεχνικά. Και όχι μόνο! Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν. Δηλαδή πρόσωπα! Που
περιδιαβαίνουν τόπους και στιγμές. Από το 1846 που γεννήθηκε ο ήρωάς του
Νικόλαος Μαλτέζος ο πρεσβύτερος έως το 1995-1996 όταν συνελήφθη ο Νικόλαος
Μαλτέζος ο νεότερος.
Και στο ενδιάμεσο: Κρητική
επανάσταση το 1866, ελληνική διασπορά στον 19ο αιώνα, λογοτεχνία και
εμπόριο, κοινωνικές ιδέες και έρωτας, Καβάλα και καπνός, εθνική συνείδηση και
Μακεδονικό, Βαλκανικοί αγώνες και απελευθέρωση-προσκύρωση εδαφών από την
Ελλάδα, Μεσοπόλεμος, αγωνιστικός συνδικαλισμός και ανάπτυξη φασισμού, Ισπανικός
Εμφύλιος και Έλληνες αντιφασίστες, Αλβανικό Μέτωπο και μαρτυρική επιστροφή
στρατιωτών στις εστίες τους, Κατοχή, Βουλγαρική Κατοχή στη Βόρειο Ελλάδα,
Αντίσταση, Εαμοκρατία, Λευκή Τρομοκρατία, Άγγλοι και Ινδοί και Χίτες, Εμφύλιος,
Εξορίες και Εκτελέσεις, Πολιτική και Συναλλαγή, Δικτατορία, Πυρήνες
Επαναστατών.
Η παράθεση προσωπικών
ιστοριών ενταγμένων σ’ έναν ιστορικό καμβά γεγονότων δεν είναι κάτι το
πρωτόγνωρο για όποιον ή όποια διαβάζει βιβλία του Μάρκογλου. Εδώ όμως υπηρετεί
και έναν άλλον σκοπό! Είναι λες και σου λέει πως εκτός από το κισμέτ, τη μοίρα,
υπάρχει και η νομοτέλεια! Ό,τι έγινε χθες μπορεί να έχει την αντανάκλασή του
στο μέλλον! Πιάνοντας το νήμα από τρεις γενιές πίσω έχει την ευκαιρία να δώσει
στο αναγνωστικό κοινό ως λογοτεχνική ύλη έναν κόσμο γεγονότων και προσώπων που
εγγράφονται στο υποσυνείδητο των επόμενων ηρώων του. Ο γιος κουβαλάει μάνα και
πατέρα, ο εγγονός έχει ρίζες και σουσούμια από παππού και γιαγιά. Οι ιδέες
μεγαλώνουν και γίνονται πράξη, αλλά δε συνοδεύονται πάντα από μεγαλείο. Ενίοτε
καταλήγουν σε έγκλημα και κατάπτωση.
Το πρώτο μέρος του βιβλίου
ονομάζεται: Αυτόδικοι! Και το δεύτερο: Κινούμενη άμμος! Ο τίτλος: Μάτια στεγνά,
χείλη σφραγισμένα. Λέξεις με αρνητικό πρόσημο!
Ο Μάρκογλου εστιάζει στο πριν
και στο μετά και όχι στο παρόν μιας οργάνωσης ένοπλου αγώνα, μιας τρομοκρατικής
οργάνωσης. Παρουσιάζει τα μέλη της με ευθύ και όχι συμβολικό τρόπο, όπως άλλα
λογοτεχνήματα. Η φθορά της κοινωνίας και η αγριότητα της εξουσίας εμφανίζεται
ως αφηγηματικό υλικό και όχι ως σύμβολο μέσα από τη βιολογική φθορά προσώπων ή
το σάπισμα των φρούτων σ’ ένα τραπέζι για να θυμηθούμε το Πέμπτο γένος και τους
Άγγελους από το Νοέμβρη!
Και βέβαια οι εκτελέσεις ως
φόνοι, ως αφαίρεση ζωής, είτε εκείνων που θεωρούνται ταξικοί και πολιτικοί
εχθροί είτε ετοιμοθάνατου συντρόφου για να μην πέσει στα χέρια των αντιπάλων.
Η ψυχική και πνευματική του ταραχή ήταν πολύ μεγάλη
και δεν μπορούσε να απορροφήσει την πράξη.
Εκεί κρίνονται όλα! Στο
ενώπιος ενωπίω! Ο εαυτός σου και οι πράξεις σου! Οι εαυτοί μας και οι πράξεις
μας.
Σε όλα τα βιβλία του
Μάρκογλου υπάρχει η πολιτική βία. Και εκφράζεται από ανθρώπους διαφόρων ηλικιών
και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Υπάρχει και ο τρόπος που αυτή η βία
αφήνει τα σημάδια της σε ζωές και χαρακτήρες. Ο Μάρκογλου κινείται σε ασφαλή
μονοπάτια όταν μιλάει για Κατοχή και Εμφύλιο˙ για κοινωνική διαστρωμάτωση σε
πόλεις όπως η Καβάλα˙ για αγάπες όπως η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος. Λίγες
φορές ξεστρατίζει στο σήμερα, σε δεκαετίες τις οποίες και νεότεροι από τους
αναγνώστες και τις αναγνώστριές του γνωρίζουν. Και επιλέγει να το κάνει με
στιβαρό τρόπο. Ελάχιστες είναι οι αναφορές του σε τεκμήρια από την πραγματική
ζωή, όπως ας πούμε η επιστολή με την οποία η οργάνωση ανακοινώνει την παύση των
δραστηριοτήτων της, κάτι που παραπέμπει (και χρονικά) στην αντίστοιχη του ΕΛΑ.
Κατά τα άλλα, η εξέλιξη του μύθου, η πλοκή, δεν προσφέρεται για συγκρίσεις και
αποτίμηση του κατά πόσον η πραγματική ιστορία της τρομοκρατίας στην Ελλάδα
παρεισφρέει στο βιβλίο του Μάρκογλου, αλλά κατά πόσον μια υπόθεση σύστασης
τρομοκρατικής οργάνωσης μπορεί να έχει ιστορικές και ψυχολογικές αναφορές και
να πείθει πως είναι κι αυτή ένα γεγονός-λογοτεχνική ύλη όπως είναι ο Εμφύλιος,
όπως είναι οι Δικτατορίες, οι Εξορίες, οι Εκτελέσεις, Το συλλογικό Τραύμα.
Κατά τη γνώμη μου, διαβάζοντας
το βιβλίο αυτό, ακόμα κι αν αγνοεί κάποιος ή κάποια το υπόλοιπο έργο του συγγραφέα,
το κατατάσσει ανεπιφύλακτα στην καλή λογοτεχνία πριν αναζητήσει το θεματικό
ράφι στο οποίο επίσης θα χωρούσε! Αν και είμαι σίγουρος πως ένα επόμενο άρθρο
για την παρουσία της πολιτικής βίας και της τρομοκρατίας στην ελληνική
λογοτεχνία δεν θα μπορέσει να το προσπεράσει χωρίς να του αφιερώσει την
απαραίτητη προσοχή!
Θεσσαλονίκη, 17 Μαΐου 2024
Εκδήλωση των εκδόσεων Ένεκεν
Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης