Τρίτη, Ιουλίου 22, 2008

Η Μονή Λαζαριστών δεν αναβάλλει: ασφυκτιά

Θεσσαλονίκη 18 Ιουλίου 2008
Αρ. Πρωτ. 208

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το Φεστιβάλ Μονής Λαζαριστών ανακοινώνει ότι αναβάλλει τις υπόλοιπες εκδηλώσεις της Μονής Λαζαριστών (Μικρή μουσική σκηνή και κινηματογράφος) λόγω οικονομικών δυσχερειών οι οποίες προέρχονται από το χρέος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδας προς τη Μονή Λαζαριστών.

Ο Πρόεδρος

Παναγιώτης Ψωμιάδης
Νομάρχης Θεσσαλονίκης


Η ανακοίνωση αυτή βρίσκεται στο site της Μονής Λαζαριστών χωρίς καμία άλλη αναφορά. Οι σελίδες των εκδηλώσεων υπάρχουν στη θέση τους ακόμα.

Τα μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν την είδηση με επιπλέον πληροφορίες, ενώ ο χθεσινός "Αγγελιοφόρος" αφήνει να εννοηθεί πως πρόκειται για κίνηση πίεσης του νομάρχη προς το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος για να το αναγκάσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.

Στο χώρο αυτό δημοσίευσα την εισήγησή μου προς το ΔΣ της Αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας "Μονή Λαζαριστών". Είχε προηγηθεί συνάντησή μου και με τον νομάρχη (ο ίδιος ήταν και τότε). Στήθηκε μια συνάντηση με το δικηγόρο της Μονής και με άλλουςπαράγοντες μα ήταν φανερό πως δεν υπήρχε διάθεση να αλλάξουν τα πράγματα. Το ίδιο έργο το έχουμε ξαναδεί εδώ στη Σταυρούπολη με την Κοινωνικοπολιτιστική Επιχείρηση του Δήμου. Σχετική εισήγησή μου, στο Δημοτικό Συμβούλιο δημοσιεύτηκε πάλι εδώ.

Όσο υπήρχε ροή κονδυλίων από την κεντρική εξουσία, κάποιοι τοπικοί παράγοντες (μικρού πολιτικού εκτοπίσματος, παρά την μεγάλη ιδέα που είχαν οι ίδιοι για τον εαυτό τους) ξεσάλωναν χτίζοντας στην άμμο θεσμούς, εκδηλώσεις, δράσεις, προσλαμβάνοντας δεκάδες συμβασιούχων και απολαμβάνοντας την γκλαμουριά της εξουσίας. Κι από υποδομές; Κι από κινηματική αυτοδιοικητική λογική;

Η Επιχείρηση κινδύνεψε να κλείσει και το μέλλον της συνδέεται πάλι με την χρηματοδότηση από τον Δήμο και όχι από αναπτυξιακό σχεδιασμό. Η Μονή, τώρα κατάλαβε πως δεν μπορεί να στήνει αυθαίρετα φεστιβάλ με εταίρους που της φόρτωσε χωρίς κανέναν σχεδιασμό ο Ευάγγελος Βενιζέλος και έχασε κάθε αυτοδιοικητική αναφορά στις Δυτικές Συνοικίες όπως ήταν ο αρχικός καημός όσων πάλεψαν για να την αποκτήσει το ελληνικό δημόσιο το 1985 με τα χρήματα για τα 2300 χρόνια της Θεσσαλονίκης.

Το εύκολο χρήμα κάποτε τελειώνει και τότε φαίνεται η ανεπάρκεια όσων καίγονται να διαχειριστούν αλλά αδυνατούν να προβλέψουν, να σχεδιάσουν και κυρίως να δουλέψουν.

Για λόγους ιστορικούς και μόνο, επειδή δεν πιστεύω ότι τώρα πια μπορεί να γίνει κάτι καλό, αναδημοσιεύω εδώ ένα κείμενο του 1997. Θυμάστε; Χρονιά που η Θεσσαλονίκη ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης και η Μονή Λαζαριστών ένα από τα μεγάλα έργα της πόλης:


ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΗΜΩΝ

Στις 21.9.1997 εγκαινιάστηκε το Πολιτιστικό Κέντρο της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Το νέο συγκρότημα περιλαμβάνει το ανακαινισμένο κτίριο του Ιεροσπουδαστηρίου των Λαζαριστών που χτίστηκε το 1886 και ένα υπόγειο θέατρο που συμπλήρωσε το παλαιό κτίσμα. Κατά ομολογία, ακόμη και των ομιλητών της βραδιάς, ουσιαστικά εγκαινιάστηκε ένα φρεσκοβαμμένο κέλυφος που έκρυβε στο εσωτερικό του ένα γιαπί.

Ό,τι ακολουθεί, στο κείμενο που ξεκινήσατε να διαβάζετε, είναι εντυπώσεις που μου δημιουργήθηκαν όσο άκουγα τις ομιλίες στη διάρκεια της τελετής. Έχουν το χαρακτήρα μιας εν θερμώ καταγραφής όσων πέρασαν από το μυαλό μου εκείνο το βράδυ. Είναι σίγουρο ότι αν κανείς ασχοληθεί συστηματικά με το θέμα και μελετήσει όλους τους φακέλους, από την ανακήρυξη του κτιρίου σε διατηρητέο μέχρι τα πρόσφατα εγκαίνια, θα εκπλαγεί με το θράσος όσων παρουσιάστηκαν στο ρόλο των επισήμων εκείνη τη νύχτα της 21ης Σεπτεμβρίου του 1997 να εμφανίσουν ως λαμπρό δημιούργημά τους, κάτι που άλλοι ξεκίνησαν και, κυρίως, κάτι που για άλλα πράγμα, διαφορετικό από αυτό που εγκαινιάστηκε, προοριζόταν.

Αναφέρθηκε από τους ομιλητές, σε όλους τους τόνους, η δαπάνη των 7,5 δισ., ενώ το ποσό που απαιτείται για να ολοκληρωθεί το έργο προσδιορίστηκε στο ύφος των 500 εκατομμυρίων τη στιγμή που όλοι γνωρίζουν πως είναι περίπου διπλάσιο. Απευθύνθηκαν, επανειλημμένα, ευχαριστίες προς την τεχνική εταιρεία που δούλεψε στο έργο και η οποία -στο κάτω κάτω- τη δουλειά της έκανε. Και όχι μόνον. Αξίζει τον κόπο να ρωτήσει κανείς ποιος ή ποιοι συγκεκριμένοι άνθρωποι βρίσκονται πίσω από αυτήν την εταιρεία, πώς ανέλαβαν τη συγκεκριμένη εργολαβία και πώς συμπεριφέρθηκαν στον συγκεκριμένο αρχιτέκτονα του οποίου την ιδέα, υποτίθεται, θα υλοποιούσαν.

Την τελετή τίμησαν με την παρουσία τους πάρα πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι γέμισαν ασφυκτικά το χώρο, χωρίς όμως να κρύβουν τη μεγάλη τους λαχτάρα ν’ απολαύσουν δωρεάν τη συναυλία της Ελευθερίας Αρβανιτάκη. Μπροστά τους εμφανίστηκαν πέντε ομιλητές (έξι, αν υπολογιστεί και το σύντομο λογύδριο του μητροπολίτη που χοροστάτησε στη λειτουργία των εγκαινίων). Όλοι ανεξαιρέτως φρόντισαν να προβάλλουν τους λόγους για τους οποίους τους αξίζουν συγχαρητήρια για την προσφορά τους και, το σημαντικότερο, να δηλώσουν παρόντες στη διεκδίκηση κάποιου κομματιού από τη λαχταριστή πίτα. Δεν ακούστηκε ούτε ένα όνομα που να μην ανήκε στον κομματικό χώρο των ομιλούντων. Μέχρι και ο, μακαρίτης πια, Μ. Παπαδόπουλος, δήμαρχος κάποτε της Θεσσαλονίκης, μνημονεύθηκε χωρίς να υπάρχει κανείς λόγος, την ώρα που ο Χρήστος Τσακίρης (δήμαρχος Σταυρούπολης στη δωδεκαετία 1978-1990) έψαχνε απεγνωσμένα για ένα ποτήρι νερό και δεν έβρισκε ο άνθρωπος μια βρύση στα καλογυαλισμένα μάρμαρα που έλαμπαν κάτω από τα σπάταλα φώτα.
Γι' αυτόν, ανταμοιβή υπήρξε η μεγαλόψυχη αναφορά του δημάρχου Σταυρούπολης Σπύρου Μπαρούτα στη συμβολή των «παλαιότερων διοικήσεων»- έτσι, γενικά και αόριστα και μάλιστα προσπαθώντας να υποβαθμίσει όσο γινόταν τους επαίνους που ήταν αναγκασμένος να διατυπώσει: «αν θέλετε, και παλαιότερες διοικήσεις συνέβαλαν για να γίνει πράξη αυτό το έργο», είπε περίπου.

ΠΟΙΟΙ ΕΥΛΟΓΗΣΑΝ ΤΑ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥΣ

Το συμπέρασμα που έπρεπε οπωσδήποτε να βγάλουν οι παρευρισκόμενοι (και γι' αυτό προσπάθησαν πολύ όλοι οι ομιλητές) ήταν:
• Το κτίριο το ανακάλυψε, το αγάπησε, το αγόρασε και το χάρισε στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης η Μελίνα Μερκούρη.
•Για καλή της τύχη, βρέθηκε να είναι δήμαρχος Σταυρούπολης ο Σπύρος Μπαρούτας, ο οποίος διακρίθηκε για δύο πράγματα: Είχε την έμπνευση και το θάρρος να διοργανώσει στα ερείπια της Μονής εκδηλώσεις με σκοπό να τη βγάλει από τη λήθη και να την κάνει γνωστή στους Θεσσαλονικείς και είχε, επίσης, την υπομονή και την επιμονή να εποπτεύει καθημερινά τα έργα, ώστε να παραδοθεί σε χρόνο-ρεκόρ το λαμπρό κτίριο.


Σ’ αυτήν την πλειοδοσία επαίνων και ευχαριστιών μεταξύ «ημετέρων», η αχαριστία και η παραποίηση της ιστορικής αλήθειας έδωσαν και πήραν:
1. Το κτίριο χαρακτηρίζεται διατηρητέο το 1980 με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, με τη Μελίνα στην αντιπολίτευση και με τον Χρήστο Τσακίρη δήμαρχο Σταυρούπολης. Αντ’ αυτών μνημονεύθηκε ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Στα αμέσως επόμενα χρόνια γίνονται προσπάθειες από τους ιδιοκτήτες (Ενορία Καθολικών Θεσσαλονίκης) να κατεδαφιστεί το κτίριο. Οι προσπάθειες αυτές ήταν επίμονες και ο κίνδυνος απώλειας του κτιρίου πραγματικός για να αναφέρεται αυτή η λεπτομέρεια στο βιβλίο για τα Νεώτερα Μνημεία της Θεσσαλονίκης, που εξέδωσε η αρμόδια εφορία μνημείων. Το κτίριο σώθηκε χάρις στις προσπάθειες του δήμου Σταυρούπολης που τότε, 1982-1983, δεν είχε βέβαια επικεφαλής τον δήμαρχο που γιόρταζε τη βραδιά των εγκαινίων, αλλά τον άλλον, που βρισκόταν κάπου ανάμεσα στο μεγάλο πλήθος που παρακολουθούσε την τελετή.
2. Το 1985, επί Μελίνας πια, το κτίριο αγοράζεται με την ευκαιρία των 2.300 χρόνων της Θεσσαλονίκης. Σε ποιον όμως αποδίδεται; Σ' αυτόν που το διεκδίκησε επίμονα και τεκμηριωμένα (όλη η αλληλογραφία με τους φακέλους υποστήριξης αυτής της αγοράς και προτάσεις για μελλοντική χρήση ξεκινάει από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου Σταυρούπολης) και που του ανήκει γεωγραφικά; Όχι! Αποδόθηκε στο Νομαρχιακό Ταμείο Θεσσαλονίκης. Λέτε να ήταν τυχαίο το γεγονός ή, έστω, να έκρυβε αυτή η απόφαση κάποιο σοβαρό σκεπτικό ουσίας και να μην είχε καμία σχέση με το ότι δήμαρχος Σταυρούπολης συνέχιζε να είναι το ίδιο πρόσωπο από το 1978 (και μη κυβερνητικός ο αφιλότιμος), ενώ ο νομάρχης, τότε, διοριζόταν από την κυβέρνηση;

ΑΛΛΑ ΕΝΕΚΡΙΝΑΝ, ΑΛΛΑ ΕΚΑΝΑΝ

4. Την ευθύνη της προκήρυξης Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού το 1988 την είχε ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης. Ο διαγωνισμός έγινε και απέδωσε τρίτο βραβείο, το οποίο υποτίθεται πως υλοποιήθηκε. Η ξύλινη μακέτα αυτού του βραβείου υπάρχει σε ασπρόμαυρη φωτογραφίαστο διαφημιστικό έντυπο που κυκλοφόρησε τη βραδιά των εγκαινίων. Φαίνεται καθαρά ο τρόπος που κλείνει το «Π» του Πολιτιστικού Κέντρου με τα κτίρια που θα στέγαζαν τα Τεχνικά Λύκεια της περιοχής. Είναι αυτά τα κτίρια που δεν ξεκίνησαν ποτέ να χτίζονται και είναι τα ίδια ακριβώς κτίρια στα οποία αναφέρθηκε ο ίδιος ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, ζητώντας να μην κτιστούν γιατί θα κρύβουν τον ορίζοντα του εγκαινιασθέντος κτιρίου. Η κατάρα αυτού του οικοδομήματος συνεχίζει να πλανάται από πάνω του για 111 ολόκληρα χρόνια. Από κατασκευής του έμεινε ημιτελές, αφού ξεκίνησε για να έχει σχήμα «Π» και ολοκληρώθηκε μόνο το «Γ» (σαφή υπόμνηση αυτού του γεγονότος είναι η μη κάλυψη των ιχνών που προορίζονταν να γίνουν η τρίτη πλευρά του «Π»). Έτσι και τώρα. Αντί για ένα ολοκληρωμένο συγκρότημα κτίστηκε το μισό και διατυπώθηκε με σαφήνεια το υπουργικό αίτημα, ώστε να μείνει και στο μέλλον μισό.
5. Το 1990 ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός και αμέσως μετά, την ίδια χρονιά, γίνεται η αλλαγή σκυτάλης στο Δήμο Σταυρούπολης. Λίγο αργότερα, στις αρχές του 1991, αλείφεται με βούτυρο το ψωμί του νέου δημάρχου. Μια περίεργη συγκυρία φέρνει σ' επαφή μεταξύ τους κάποιους ανθρώπους που συγκροτούν μια μη κερδοσκοπική εταιρεία, την «Αλλη Πλευρά». Αυτοί, λοιπόν, οι άνθρωποι πείθουν τον νέο δήμαρχο να τους δοθεί ο χώρος του ερειπίου και ο μηχανισμός του δήμου για να γίνουν εκεί οι πρώτες εκδηλώσεις με ημερίδα για το παρελθόν του κτιρίου και την αρχιτεκτονική του αξία, με έκθεση των μακετών που συμμετείχαν στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό και με συναυλία των Χειμερινών Κολυμβητών. Τις εκδηλώσεις βοήθησε σημαντικά το Ράδιο Παρατηρητής, όπου η «Άλλη Πλευρά», αμισθί, έκανε σειρά εκπομπών για τη Δυτική Πλευρά της Πόλης. Ό,τι προγραμματίστηκε έγινε με μεγάλη επιτυχία και προσέλευση κόσμου. Οι Θεσσαλονικείς, εκείνες τις μέρες, ανακαλύπτουν ένα υπέροχο μνημείο και έναν υποβλητικό χώρο υπαίθριων εκδηλώσεων και ο δήμαρχος Σταυρούπολης ανακαλύπτει το δικό του Ηρώδειο.
6. Η «Άλλη Πλευρά» κάνει έκκληση στον δήμαρχο να προσέξει τα βήματά του (ώστε ό,τι θα γίνει από εκεί και ύστερα στο χώοο αυτό «να διακρίνεται για την ποιότητά του και να συμβάλλει στο ν’ αποτυπώνεται σταδιακά ο χαρακτήρας της Νέας Χρήσης του κτιρίου». Αυτό βέβαια προϋποθέτει σοβαρό σχεδιασμό και, φυσικά, ο δήμαρχος δεν ανταποκρίνεται. Αρχίζει να φιλοξενεί στο χώρο του μνημείου ακατάπαυστα «θεσμούς καλλιτεχνικούς» σχεδιασμένους στο πόδι, ν’ αδιαφορεί (μπροστά στο διαφαινόμενο πολιτικό όφελος) για την επικινδυνότητα του οικοδομήματος («κόκκινο» από τους σεισμούς του 1978) και να δέχεται χιλιάδες κόσμου (ανυποψίαστου για τον κίνδυνο). Όσον αφορά δε στο μέλλον του κτιρίου, αυτό προσδιοριζόταν κάθε φορά και με διαφορετικά κριτήρια. Ο δήμαρχος ανακοίνωσε κάποτε με χαρά πως ο, τότε, περιφερειάρχης το ήθελε για έδρα της περιφέρειας και, βέβαια, με την ίδια χαρά δέχτηκε την απόφαση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος να έρθει και να καταλάβει το σύνολο σχεδόν του κτιρίου. Ποιο σχεδιασμό για τη νέα χρήση του Ιεροσπουδαστηρίου των Λαζαριστών (πέρα από τις προβλέψεις του Οργανισμού Ρυθμιστικού) κατέθεσε ο δήμος Σταυρούπολης και σε ποιο βαθμό εισακούστηκε; Αν ο πολιτισμός δεν έχει σχέση με το ήθος, την ευγνωμοσύνη, την αίσθηση του χρέους και την ευγένεια των αισθημάτων τότε, πράγματι, στη Σταυρούπολη στις 21.9.1997 γράφτηκε μια σπουδαία σελίδα πολιτισμού.

ΥΓ. Η ορθόδοξη λειτουργία στην τελετή εγκαινίων είναι ιστορικής σημασίας. Ο κ. Λαλιώτης ήταν ο μόνος που επεσήμανε πως στον ίδιο χώρο, πριν από 111 χρόνια, κάποιοι άλλοι έκαναν τα δικά τους εγκαίνια: οι καθολικοί του τάγματος των Λαζαριστών. Η κρυφή δραστηριότητα του Ιεροσπουδαστηρίου ήταν στην κατεύθυνση του προσηλυτισμού στην Ουνία και βέβαια, εχθρική προς την Ορθοδοξία. Ο κύκλος του κτιρίου έκλεισε και τυπικά με τη συγκεκριμένη, για πρώτη φορά σ’ αυτό το χώρο, ορθόδοξη λειτουργία, αφού ουσιαστικά έχει πάψει κάθε εχθρική δραστηριότητα εκεί από πολλά χρόνια πριν. Αρκούσε μια απλή υπόμνηση αυτού του γεγονότος και όχι η υποκριτική και χωρίς καμία έμπνευση μετονομασία του Ιεροσπουδαστηρίου των Λαζαριστών στο άχαρο «Θεσσαλονίκη ’97».


ΥΓ 2. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο περ. Αντί, αρ. 645, Αθήνα, 10.10.1997 με τίτλο "Απ’ έξω κούκλα, από μέσα…". Ταυτόχρονα δημοσιεύτηκε και στο περ. Ενεργός Πολίτης, αρ. 3, Σταυρούπολη, με τον ορθό τίτλο "Τα εγκαίνια της Μονής Λαζαριστών και ο πολιτισμός των επισήμων", κατά τη διάρκεια της μακράς προεκλογικής περιόδου των δημοτικών εκλογών του 1998. Τον Δεκέμ­βριο του ίδιου έτους αναδη­μοσιεύ­τηκε με τον σωστό τίτλο στην μηνιαία εφημερίδα Βιβλιονέα, αρ. 3, Θεσσα­λονίκη.

Πολύ αργότερα, μου το ζήτησε ο Χρήστος Τσακίρης, επειδή ήθελε να το συμβουλευτεί, όταν μπήκε μια πλάκα με το όνομά του κάπου στα μάρμαρα της Μονής. Μου έδωσε κι ένα δικό του κείμενο το οποίο αναφέρεται στην προσπάθειά του να σωθεί το κτίριο και να αποδοθεί στην τοπική κοινωνία ως Πολιτιστικό Κέντρο Δυτικής Θεσσαλονίκης. Αυτό το κείμενο θα αναρτηθεί σε λίγες ημέρες. Ελπίζω να λειτουργήσει το διαδίκτυο σαν ένα διαχρονικό αρχείο και να μην χαθούν κάποτε, αυτά τα οποία ανεβάζουμε σ' αυτό, ακριβώς για να σωθούν.

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Θέλω να συμπληρώσω κάποιες λεπτομέρειες σχετικά με τον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, του οποίου υπήρξα και μέλος της κριτικής επιτροπής, σαν εκπρόσωπος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Θεσσαλονίκης. Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός ιδεών που προκηρύχθηκε το 1990, έτυχε και αυτός της υποβάθμισης που γενικότερα ακολουθήθηκε για την σωστή αντιμετώπιση της ολοκλήρωσης του έργου.
Την διαχείριση του διαγωνισμού είχε αναλάβει ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης (Ο.Ρ.Θ.) ως φορέας της προκήρυξης και της επακόλουθης βράβευσης των μελετών και την ανάθεση της κύριας μελέτης εφαρμογής στον πρώτο βραβευθέντα σύμφωνα με τις επιταγές του Ν.716. Εδώ αρχίζουν τα παρατράγουδα. Ο «Ο.Ρ.Θ.» έχοντας στην διάθεσή του μόνο 20.000.000 δρχ. υπόλοιπο του ποσού των χρημάτων που είχαν διατεθεί για την αγορά της Μονής, κοίταξε να αποφύγει οιαδήποτε εμπλοκή που θα τον εξέθετε στην αδυναμία του να προώθηση την ανάθεση κύριας μελέτης, σύμφωνα με τον Νόμο 716. Δηλαδή κρυφός στόχος ήταν να μην δοθεί Α’ Βραβείο. Σαν συνέχεια της λογικής αυτής άρχισε με το ψαλίδισμα των οικονομικών υποχρεώσεων που θα όριζαν τα ποσά των βραβείων. Απ’ ό,τι θυμάμαι, όταν ολοκληρώθηκε η σύνταξη της προκήρυξης του διαγωνισού από το Τ.Ε.Ε. ως αμοιβή πρώτου βραβείου είχε ορισθεί το ποσό των 4.500.000 δρχ. Αυτό περίπου το έτος 1987 ή’88. Τηρουμένων των ποσοστών ετήσιου πληθωρισμού αυτής της εποχής (20-24%) το 1990 το ποσό των βραβείων θα έπρεπε να αναπροσαρμοστεί στις τρέχουσες τιμές. Αντίθετα ο Πρόεδρος του «Ο.Ρ.Θ» το περιέκοψε στις 4.000.000 δρχ. Την ίδια περίοδο προκηρυσσόταν και διαγωνισμός για το Αρχαιολογικό Μουσείο Πατρών. Έργο αντιστοίχου κόστους και όγκου καθώς και θεματικού ενδιαφέροντος. Για το πρώτο βραβείο είχε ορισθεί το ποσό των 11.000.000 δρχ. Για τα ενδιαφερόμενα γραφεία η πλάστιγγα ήδη έγερνε προς Πάτρα μεριά. (Να σημειώσω πως το κόστος συμμετοχής σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς είναι τεράστιο. Εκτός από την εργασία, μόνο μια μακέτα-τότε- είχε κόστος 4.000.000 δρχ. Ως εκ τούτου ο στόχος ακόμη και του Β’ Ή Γ’ βραβείου τουλάχιστον εξασφάλιζε την αποπληρωμή της συμμετοχής)
Αργότερα σε συζήτηση που είχα με συναδέλφους που ήθελαν να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό αυτό και υποψιαζόμενοι μελλοντικές ανακολουθίες υποχρεώσεων του φορέα υλοποίησης (Ο.Ρ.Θ.), αυτός, σε τηλεφωνική επικοινωνία, ανεπίσημα, απέφευγε να εγγυηθεί την ανάθεση της μελέτης σε πρώτο βραβευθέντα. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η μικρή συμμετοχή μελετητικών γραφείων (νομίζω 7 ή 8 μελέτες) και αυτές, πλην μίας που βραβεύσαμε, απέπνεαν περισσότερη φοιτητική ατμόσφαιρα και πείρα παρά ποιότητα επαγγελματικού γραφείου. Η μελέτη, που δυστυχώς πείρε 3ο βραβείο, είχε και ποιότητα σύνθεσης – επίλυσης την προβλημάτων που προέκυπταν από την ένωση του παλαιού με το καινούργιο και τεχνική αρτιότητα. Κύρια στην διαχείριση των παραμέτρων που λειτουργούν τα θέατρα. Πρότασή μας, των τριών της κριτικής επιτροπής, εμού του εκπροσώπου του Τ.Ε.Ε. και του εκπροσώπου του Σ.Α.Δ.Α.Σ. (Συλλόγου Αρχ. Διπλ, Ανωτάτων Σχολών), να απονεμηθεί οπωσδήποτε πρώτο βραβείο στην μία και μοναδική αξιόλογη μελέτη και κάποιες εξαγορές σε δύο ή τρεις ακόμη. Και αυτό πέραν της γνώμης μας ότι όντως άξιζε η μελέτη της ομάδας αρχιτεκτόνων Y.P.N.O.S. αλλά και γιατί ήταν δεδομένη η απαίτηση όλων των Αρχιτεκτονικών Συλλόγων να δίνονται πρώτα βραβεία οπωσδήποτε για την προώθηση της Αρχιτεκτονικής. Σωστή πολιτική σε μια χώρα που η αρχιτεκτονική δεινοπαθεί οικτρά με εμφανέστατα αποτελέσματα. Οι τρεις άλλοι της κρ. Επιτροπής, ο αντιπρόεδρος του «Ο.Ρ.Θ.» και πρόεδρος της κριτ. επιτροπής (αρχιτέκτων, πανεπιστημιακός του Α.Π.Θ.), η εκπρόσωπος της 4ης Εφ. Νεωτέρων Μνημείων και η εκπρόσωπος της Αρχ. Σχ. του Α.Π.Θ. έδωσαν αρνητική ψήφο ο καθένας για του λόγους τους. Μόνο που του προέδρου της επιτροπής η ψήφος ήταν διπλή.
Το υλοποιημένο αποτέλεσμα απέχει πολύ από της προθέσεις της Προκήρυξης του διαγωνισμού. Υπάρχει μεν το Θέατρο αλλά δεν περιλαμβάνει υποδομή Λυρικού θεάτρου. Αποκαταστάθηκε – αναπαλαιώθηκε- η Μονή αλλά Πολιτιστικό Κέντρο Δυτικών Συνοικιών δεν έγινε. Αλλοιώθηκε ο σωστά σχεδιασμένος, αύλειος χώρος, για να δώσει την θέση του σε μεταλλικές κερκίδες πάνω σε παρτέρι και να επιβάλλει ένα άχαρο επίπεδο όγκο για σκηνή συναυλιών. Το γειτονικό σχολείο έγινε αλλά δεν ακολούθησε τις προδιαγραφές που το όριζαν, σπασμένο σε δύο παράλληλους όγκους, έτσι ώστε να «αναπνέει» και να επικοινωνεί η αυλή της Μονής με την παρακείμενη λεωφόρο. Και η ειρωνεία των πραγμάτων είναι ότι η μία από της δύο αρχιτεκτόνισσες που ανέλαβαν την μελέτη του Σχολείου αυτού, ήταν η πανεπιστημιακός που καταψήφισε την μελέτη την προτεινόμενη για Α’ βραβείο.

tsalimi είπε...

Δεν γνώριζα τις λεπτομέρειες για τον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό.
Το σχολείο έτσι όπως έγινε, ακύρωσε ουσιαστικά μια πλατεία στο κέντρο των δυτικών συνοικιών. Δυστυχώς μιλάμε σε ώτα μη ακουόντων. Στο προηγούμενο δημοτικό συμβούλιο Σταυρούπολης, ούτε λίγο ούτε πολύ ο δήμαρχος διεκδίκησε για τον εαυτό του: α) την ιδέα αποκατάστασης της Μονής επειδή είχε καταγράψει μια τέτοια πρόθεση σε ένα προεκλογικό πρόγραμμα (1982) συνδυασμού που δεν εκλέχτηκε β)την αίγλη της πρωτοβουλίας της Άλλης Πλευράς να φέρει στην επικαιρότητα τον διαγωνισμό και τη Μονή την ίδια με τις εκδηλώσεις που έγιναν στο χώρο της επειδή συμμετείχε στο δημοτικό συμβούλιο του Μπαρούτα που διοικούσε τότε τον Δήμο. Για το προεκλογικό πρόγραμμα (1990)εκείνης της παράταξης που κέρδισε και διοίκησε ούτε κουβέντα.

Ανώνυμος είπε...

Λίγο, λίγο από το καλαθάκι της μνήμης μου τραβάω και κάποια άλλα συμβάντα. Συνάδελφος που την εποχή εκείνη είχε σύμβαση εργασίας στον Οργ. Ρυθμιστικού Θεσσ/κης, χρεωμένη τον «φάκελο» του διαγωνισμού, με είχε ενημερώσει για την απαράδεκτη μείωση του χρηματικού ύψους των βραβείων. Ενημέρωσα τον Τσακίρη και μαζί επισκεφτήκαμε τον Πρόεδρο το Οργανισμού κ. Ι. Χατζόπουλο. Αυτός επιβεβαίωσε την πληροφορία μου με το σκεπτικό της αδυναμίας του σαν τυπικός ανάδοχος, να ολοκληρώσει τον διαγωνισμό με ανάθεση έργου, λόγω οικονομικής ανεπάρκειας.
Στην μετέπειτα φάση υλοποίησης της μελέτης, ευτυχώς επελέγη η μελέτη του μοναδικού βραβείου. Δηλαδή της ομάδας “YPNOS” των Μάξιμου Χρυσομαλλίδη, Λένας Σπάνια. Αλλά δεν κράτησε και για πολύ η χαρά. Στην πορεία στη μελέτη αυτή επεβλήθησαν τροποποιήσεις από τρίτους. Οι “managers” των έργων της Πολιτιστικής, σκέφτηκαν λύσεις που δεν ακολουθούσαν το κεντρικό σκεπτικό της βραβευμένης μελέτης.
Στη συνέχεια η μελέτη δόθηκε σε άλλο γραφείο, των Αθηνών όμως, για να υλοποιήσει τις απαιτήσεις των τροποποιήσεων. Στην ομάδα του Μ. Χρυσομαλλίδη αφέθηκε μόνο η οριστική μελέτη του Θεάτρου.

Υ.Γ. Να κάνω μια διόρθωση στο προηγούμενο σχόλιό μου. Η αρχιτέκτων που ανέλαβε την μελέτη του παρακείμενου στην Μονή σχολείου (ΤΕΛ) δεν ήταν η ίδια της κριτικής επιτροπής για τον διαγωνισμό. Είναι άλλη , επίσης πανεπιστημιακός.

Ανώνυμος είπε...

Εδώ πρέπει να υπογραμμίσω το γεγονός ότι η απόδοση στην Νομαρχία της Μονής Λαζαριστών, μια και η χρηματοδότηση έγινε μέσω νομαρχιακού ταμείου, με την προοπτική έναρξης των έργων, έφερε στο προσκήνιο την απαίτήση να αποδοθεί η χρήση του στην Νομαρχία. Το αίτημα αυτό το διεκδίκησε η τότε αντινομάρχης πολιτισμού. Η κ.α. Χ. Αράπογλου νομίζω. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ότι από την μελέτη των Χρυσομαλλίδη – Σπάνια υλοποιήθηκε (όπως υλοποιήθηκε) μόνο το σκέλος που στεγάζει το ΚΘΒΕ. Το ιστορικό συγκρότημα, αναπαλαιώθηκε μεν αλλά αντί να υλοποιηθεί σύμφωνα με το κτιριολογικό πρόγραμμα της μελέτης, για να περιλάβει πολιτιστικές δραστηριότητες, κατέληξε σε κτίριο γραφείων. Είναι εμφανές ότι προοριζόταν για παράρτημα της Νομαρχίας. Τα περί πολιτισμού ξεχάστηκαν στην κρεμάστρα. Το κρατικό Μουσείο σύγχρονης Τέχνης, που στεγάζεται σήμερα, είναι προσωρινά φιλοξενούμενο. Όταν με το καλό πάει στην «ΥΦΑΝΕΤ» θα δούμε τι επιφυλάσσει η Νομαρχία για το μέλλον του.

tsalimi είπε...

Η Αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία Μονή Λαζαριστών, αντιλαμβάνεται πια πως είναι αδιέξοδη πορεία η καταστρατήγηση του καταστατικού της και βάζει πλώρη για αλλαγές. Είναι ευκαιρία, που θα χαθεί βεβαίως βεβαίως, να ξεσκωθεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση των Δυτικών Συνοικιών και να διεκδικήσει το αυτονόητο: την παρουσία της στη Μονή.