Πέμπτη, Οκτωβρίου 30, 2008

Ντροπή!


Δεν θέλω να πω τίποτα!
Δεν μπορώ να πω τίποτα!
Δεν μπορώ να κάνω τίποτα!
Είμαι αδύναμος μπροστά στην τόση βλακεία!

Κυριακή, Οκτωβρίου 19, 2008

Συγγνώμη, αυτό είναι το τέμενος που τσούλησε;

Καμιά φορά η τύχη μου είναι πολύ καλή μαζί μου. Ή πάλι, έχει αναπτυχθεί μέσα μου ένα ένστιχτο που με κάνει να πέφτω τυχαία πάνω σε πράγματα που μ' ενδιαφέρουν πολύ. Την Ελευθεροτυπία πια, δεν την αγοράζω συστηματικά όπως πριν. Μου τη δίνουν κάποιες υπογραφές που πήραν κεφάλι εκεί μέσα. Έτσι χθες, πήρα μία χωρίς συγκεκριμένο λόγο και έπεσα πάνω στην εκπληκτική έρευνα της Φωτεινής Πιπιλή για τα τζαμιά της Ελλάδας (Γεωτρόπιο, αρ. 44, με την Ελευθεροτυπία του Σαββάτου 18.10.2008).
Ξεφύλιζα με υπομονή μέχρι να φτάσω στις σελίδες για τη Θεσσαλονίκη και κρυφοχαμογελούσα μέσα μου μήπως την πιάσω αδιάβαστη. Αμ δε! Το τζαμί του στρατοπέδου Παύλου Μελά καμάρωνε πάνω δεξιά στη φωτογραφία, με την μπετονένια ποδιά του, απομεινάρι της μετακίνησής του για τις ανάγκες της διαπλάτυνσης της οδού Λαγκαδά.
Η Πιπιλή διαλέγει μια ξανθιά για ηρωίδα του κειμένου της η οποία κάνει και την τρομερή ερώτηση του τίτλου αυτής της ανάρτησης.



Σαν αντίδωρο στο δημοσίευμα αυτό, βγάζω μερικές φωτογραφίες από το συρτάρι μου και τις βάζω στην οθόνη. Το τζαμί όπως και τα άλλα της κατηγορίας του, έχασε τον μιναρέ του μάλλον μετά το 1922. Η μοναδική φωτογραφία του μιναρέ, από μακριά είναι αλήθεια, είναι εκείνη που δημοσίευσα σε δύο βιβλία μου και στο περιοδικό "ΠΟΛΗ" της Σταυρούπολης.

Μαζί μ' αυτή τη φωτογραφία και μερικές του Τριαντάφυλλου Κουρούκλα από τις τέσσερις φάσεις της μεταφοράς του τεμένους και δύο από φωτορεπορτάζ του Νώντα Στυλιανίδη.













Είναι η δεύτερη φορά που ένα δημοσίευμα στον Τύπο προκαλεί την αντίδρασή μου γι' αυτό το θέμα. Κι αν εδώ ήταν η ευχάριστη έπληξη της πληρότητας της έρευνας της Φωτεινής Πιπιλή, η πρώτη φορά είχε σαν αφορμή την ενόχλησή μου από την επιπολαιότητα ενός κειμένου αξιόλογου, κατά τα άλλα, δημοσιογράφου. Το δημοσίευσα στο περιοδικό της Σταυρούπολης "ΠΟΛΗ", αρ. 2, τον Ιούνιο του 2005. Το παραθέτω κι αυτό:


Η μεταφορά του οθωμανικού τεμένους κατά 25 μέτρα μέσα στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά, στη Σταυρούπολη στις αρχές Ιουνίου 2005 είναι ένα εντυπωσιακό γεγονός.
Τόσο εντυπωσιακό όσο και η ανεύρεση του παλαιού υδραγωγού που κουβαλούσε νερό από τα υψώματα της Ευκαρπίας (τσιφλίκι Λεμπέτ) στην Θεσσαλονίκη από τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο αγωγός βρέθηκε στο χώρο όπου ξεκίνησε να σκάβει ο εργολάβος για τον υποσταθμό της ΔΕΗ, πάλι μέσα στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά, γεγονός που ανέστειλε τις εργασίες κατασκευής του υποσταθμού. Η εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας συνηγόρησε στην καταστροφή του αγωγού εκτός από τμήμα μήκους δύο μέτρων που θα ανυψωθεί και θα διατηρηθεί στον ελεύθερο χώρο στα δυτικά του νέου κτιρίου. Ο αγώνας των Σταυρουπολιτών γίνεται, βέβαια, για να μην κατασκευαστεί αυτός ο υποσταθμός εκεί κι ας υψωθεί ολόκληρος ο αγωγός.

Το, κατά τετρακόσια περίπου χρόνια νεώτερο του αγωγού κτίσμα, το τζαμί, είχε καλύτερη τύχη. Μεταφέρθηκε ανατολικά για να σωθεί ολόκληρο. Αυτό κινδύνευε από την διαπλάτυνση της οδού Λαγκαδά. Το εγχείρημα κράτησε πάνω από επτά μήνες ενώ το παρασκήνιο της ιστορίας αυτής πάνω από χρόνο. Τον Μάρτιο του 2004 αρχίζει η αλληλογραφία της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων προς την Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων. Τον Μάιο κατατίθεται από τον αρχιτέκτονα μηχανικό Δ. Κορρέ η μελέτη για την μεταφορά του τεμένους στην Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων. Ακολουθούν κάποιες αποφάσεις ακόμα και οι πρώτες εργασίες για την μεταφορά αρχίζουν τον Νοέμβριο του 2004. Η υπουργική απόφαση που δίνει την τελική έγκριση υπογράφεται τον Φεβρουάριο του 2005 και μετά από τέσσερις μήνες, τον Ιούνιο ολοκληρώνεται η μεταφορά με απόλυτη επιτυχία.
Το γεγονός της μεταφοράς δεν πέρασε απαρατήρητο από τον τύπο, ενώ το ίδιο το κτίριο έμοιαζε να είναι αόρατο και χωρίς ταυτότητα για δεκάδες χρόνια.
Η επίσημη βιβλιογραφία της ιστορίας της Θεσσαλονίκης είτε το αγνοεί είτε δεν το θεωρεί άξιον καταγραφής. Ένα αχνό γραφιστικό μόνο σύμβολο διακρίνεται στο «Σχέδιο Ρυμοτομίας» της πόλεως Θεσσαλονίκης που εκπονήθηκε μετά την πυρκαγιά του 1917.
Όταν γύρω στο 1992, από τα χέρια του Βασίλη Κολώνα έφτασε στα δικά μου μια φωτοτυπία με το αίτημα να βοηθήσω στη αναγνώριση του τοπίου, ένιωσα μια μεγάλη έκπληξη. Πίσω από την Μονή Καλογραιών διακρινόταν ένα κυβικό κτίσμα με έναν μιναρέ. Για πρώτη φορά ερχόμουν αντιμέτωπος με τζαμί εκτός των τειχών της δυτικής Θεσσαλονίκης. Μέχρι τότε το μόνο εκτός των τειχών τζαμί που σώζονταν ήταν το περίφημο Γενί Τζαμί στα ανατολικά της πόλης. Έσπευσα στον συλλέκτη Γιάννη Μέγα και έτσι, την επόμενη χρονιά δημοσιεύω την φωτογραφία στο βιβλιαράκι μου «Λεμπέτ» σε έκδοση της Άλλης Πλευράς και το 1997 την αναδημοσιεύω στο βιβλίο «Από το Βαρδάρι ως το Δερβένι» από τις εκδόσεις Ζήτρος. Φυσικά, από τότε έψαχνα με μανία να βρω κάτι σχετικό με το τζαμί αυτό αλλά μάταια. Ούτε καν σε μια ειδική μελέτη που αφορούσε στον προσανατολισμό χριστιανικών, εβραϊκών και μουσουλμανικών ναών της Θεσσαλονίκης.
Μέχρι πρόσφατα που μια καλή φίλη, ταγμένη στην υπόθεση της διάσωσης όλων των κτιρίων και των μνημείων που αξίζουν να σωθούν, μου εμπιστεύτηκε ένα στρατιωτικό έγγραφο του 1964 και στο οποίο υπάρχουν σημαντικά στοιχεία και για το τέμενος και για το στρατόπεδο ολόκληρο.
Με μεγάλη μου έκπληξη λοιπόν διάβασα στις εφημερίδες δημοσιεύματα που έκαναν λόγο μέχρι και για μνήμες κατοίκων που θυμόντουσαν μιναρέδες (πληθυντικός στις εφημερίδες, πολλοί μιναρέδες στη Σταυρούπολη)! Και φυσικά την ημέρα της μεταφοράς οι ανελέητες κάμερες ήταν στημένες μπροστά σε πολιτικούς, εργολήπτες και τεχνικούς. Πουθενά τηλεοπτικός χώρος για ανθρώπους με άλλα κίνητρα, ιστορικά ας πούμε ή ερευνητικά.
Μέσα στα χώματα περιφέρονταν η εκπρόσωπος της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων με συνοδούς από φορείς και ΜΜΕ της Ευρώπης, αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Ίσως η μέρα να ανήκε στους τεχνικούς και μάλλον δικαιολογημένα.

Ανάμεσα στις αθώες, όμως, ανακρίβειες υπήρξε και μία εξοργιστική.
Θεωρώ αθώα ανακρίβεια την αναφορά σε κατοίκους που θυμούνται μιναρέδες. Η φωτογραφία με τον μιναρέ έχει την ένδειξη 1917. Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής έρχονται πρόσφυγες το 1914, κάποιοι επιστρέφουν στις πατρίδες τους για να ξαναέρθουν οριστικά αυτή τη φορά το 1922. Το πιο πιθανό είναι να γκρεμίστηκε ο μιναρές όταν γκρεμίστηκαν και οι υπόλοιποι των τζαμιών της Θεσσαλονίκης, το 1922. Το γεγονός πως φωτογραφήθηκε το 1917 αποδεικνύει πως δεν τον πήρε η πρώτη μπόρα, όταν με την απελευθέρωση της πόλης γκρεμίστηκαν οι μιναρέδες στις χριστιανικές εκκλησίες που είχαν μετατραπεί σε τζαμιά. Οι κάτοικοι που θα μπορούσαν να θυμηθούν (Πότε; Πότε καταγράφηκαν αυτές οι μνήμες; Τις ημέρες της μεταφοράς;) είτε γεννήθηκαν γύρω στο 1920 και δεν είδαν μιναρέδες, είτε γεννήθηκαν πριν το 1914 και θα μπορούσαν ίσως να θυμούνται έναν μιναρέ, αρκεί να ζούσαν. Είναι σίγουρο πως κανείς δημοσιογράφος δεν συνομίλησε με κανέναν κάτοικο. Αλλά θα μπορούσε να πει κανείς μνήμη την φωτογραφία και αυτήν, ναι, κάποιοι (άρα και κάτοικοι της περιοχής) την είδαν δημοσιευμένη και τυπωμένη.
Εξοργιστική θεωρώ την ανακρίβεια που προέρχεται από επώνυμη γραφίδα και δημιουργεί εντυπώσεις εκ του ασφαλούς.
Σε μια εφημερίδα λοιπόν δημοσιεύτηκε σημείωμα ενυπόγραφο όπου, εκτός των αυθαίρετων και αναπόδεικτων ισχυρισμών, όπως ότι το ελληνικό πυροβολικό γκρέμισε τον μιναρέ όταν μπήκε στο στρατόπεδο (Πότε; Το 1912;), καταγράφεται και μια προσωπική ιστορία. Ο συγγραφέας θήτευσε για λίγο καιρό στου Παύλου Μελά και μάλιστα στο συγκεκριμένο κτίριο και εξηγούσε στους αδαείς φαντάρους ότι το κτίριο αυτό ήταν τζαμί στα παλιά χρόνια. Ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος έχει γράψει και βιβλία που κινούνται στις παρυφές της ιστορικής έρευνας. Μάλιστα το 1990 εξέδωσε βιβλίο στο οποίο κάνει λόγο για το συγκεκριμένο στρατόπεδο μιλώντας για την οδό Λαγκαδά και αναφέροντας ό,τι σχεδόν βρήκε γραμμένο γι’ αυτήν. Στο στρατόπεδο αναφέρεται και σε άλλο κείμενο του ίδιου βιβλίου αλλά πουθενά δεν υπάρχει καμία λέξη για το τζαμί παρόλο που είχε προσωπική εμπειρία, άρα και ευαισθησία, σε τέτοιο σημείο μάλιστα που να τον κάνει να προτείνει τώρα, την αποκατάσταση του κτιρίου ως πραγματικού τεμένους για τις λατρευτικές ανάγκες των μουσουλμάνων της Θεσσαλονίκης.
Μέσα σ’ ένα, αμφιλεγόμενης ειλικρίνειας κείμενο, εμφανίζεται βιαστικά μια πρόταση που δεν κατατίθεται τόσο για να συζητηθεί, όσο για να κατοχυρωθεί πιστοποίηση πρωτιάς στην διατύπωσή της. Το άγχος και το άγος της δημοσιογραφίας, η πρωτιά και η αποκλειστικότητα ως αυτοσκοπός και όχι ως επίτευγμα.
Λίγο συναίσθημα, λίγη γνώση, λίγη λογοτεχνίζουσα υπερβολή, λίγη δύναμη στη φωνή και να ο λαγός από το καπέλο. Πρόταση που θα δημιουργήσει θόρυβο, άρα δημοσιογραφικό ενδιαφέρον και από ουσία; Μηδέν εις το πηλίκο.
Μερικά ζητήματα είναι πολύ σοβαρά για να θυσιάζονται στον βωμό της δημοσιογραφικής πρακτικής. Ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος έχει τον απαραίτητο χώρο στα έντυπα που εργάζεται ώστε να ασχοληθεί σοβαρά με οποιαδήποτε πρόταση αξίζει να συζητηθεί και όχι να πετάξει ένα πυροτέχνημα.

Εν τω μεταξύ το τέμενος βρίσκεται στη νέα του θέση και περιμένει, όπως και τα υπόλοιπα κτίρια του στρατοπέδου Παύλου Μελά, δύο πολύ σημαντικές στιγμές: Α) Την υπογραφή απόδοσης του στρατοπέδου στον Δήμο Σταυρούπολης για λογαριασμό όλης της πόλης και Β) Τον προσδιορισμό των νέων χρήσεων για τα κτίρια και τους χώρους του στρατοπέδου, στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό που αποφάσισε το δημοτικό συμβούλιο Σταυρούπολης.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 16, 2008

Ένα μιούζικαλ για τη γενιά της Μεταπολίτευσης



Μια τρομερή πληροφορία κάνει το γύρο της συνοικίας, στη δυτική πλευρά της πόλης. Ένα τρομερό έγκλημα στον δρόμο που γεννήθηκε όταν η πόλη ξάπλωσε στα δυτικά ρουμάνια της. Τρομερό, όχι τόσο για το πώς έγινε, όσο για το σε ποιον έγινε.
Ο θάνατος αυτός δεν ήταν από τους συνηθισμένους. Ούτε αρρώστια, ούτε τροχαίο, ούτε και έγκλημα απ’ αυτά που ξέρει ο κόσμος και τα καταλαβαίνει. Θάνατος σκέτος, γυμνός και αποτρόπαιος. Από αυτούς που δεν πρέπει να συμβαίνουν και κυρίως δεν πρέπει να συμβαίνουν στους συγκεκριμένους ανθρώπους με τον συγκεκριμένο τρόπο. Από αυτούς που σε τρομάζουν επειδή, από την πρώτη στιγμή, ξέρεις πως είναι αλήθεια. Συνειδητοποιείς την απώλεια από το πρώτο δευτερόλεπτο.
Και για την Μαρία, θαρρείς και το περίμεναν. Κάθε γεγονός, όταν γίνεται πληροφορία, αλλάζει μορφή και περιεχόμενο ανάλογα με το στόμα που την διαδίδει. Έτσι σ’ αυτόν τον ψίθυρο, άλλοι αποδέχονται τον ένοχο που υποδεικνύει η αστυνομία και άλλοι αμφισβητούν έντονα την ενοχή του. Ο ένοχος φαίνεται να είναι ο Άρης, ένα άτομο που βλέπει τα ίδια φαντάσματα κι έχει τα ίδια γητέματα με τη Μαρία.
Αυτοί εξάλλου φαίνεται να είναι οι μόνοι που ασχολούνται με κάποιον που πέρασε από το δρόμο και που χάθηκε χωρίς να λείψει σε κανέναν. Η Μαρία νιώθει πως έχει χρέος να μάθει γι’ αυτόν και ο Άρης ακούει το τραγούδι του. Το τραγούδι του Χαμένου, του στοιχειού.
Στο έργο το στοιχειό μιλάει. Πεθαμένος φυσικά. Μόνο έτσι θα μπορούσε να μιλήσει. Σαν στοιχειό. Όσο ζούσε ήταν φοβισμένος και δειλός. Εν τούτοις η ασήμαντη ζωή του μπλέχτηκε σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της εποχής που έζησε, η δε γη στην οποία μεγάλωσε και πέθανε μεταμορφώθηκε στη σύγχρονη εποχή σε ιδιαίτερης αξίας φιλέτο του real estate.
Κοντά τους και άλλα πρόσωπα· άλλα συμφιλιωμένα με το παρελθόν τους και άλλα που το ξορκίζουν λες και μπορούν να ξεφύγουν απ’ αυτό.
Και τραγούδια· και χαρμολύπη. Ο δρόμος. Ένα μιούζικαλ για τη γενιά της Μεταπολίτευσης. Με τη βοήθεια των Δήμων Ευόσμου και Σταυρούπολης. Στον Εύοσμο στις 21, 22 και 23 Νοεμβρίου και στη Σταυρούπολη αμέσως μετά, στις 28, 29 και 30 Νοεμβρίου 2008. Από τη Σκηνή, δυτικά. Μια μη κερδοσκοπική εταιρία που έχει σαν σκοπό της την ίδρυση θεατρικής στέγης στις Δυτικές Συνοικίες της Θεσσαλονίκης.

ΥΓ
Το κείμενο αυτό δημοδιεύεται στο περιοδικό "Σταυρούπολη", αρ. 15, Σεπτέμβριος 2008, που κυκλοφόρησε όμως σήμερα (16.10.2008).
Την γραφιστική ευθύνη έχει η Βίβιαν Μακρόγλου. Η φωτογραφία της αφίσας είναι του Μάκη Μουρατίδη.
Το κόστος παραγωγής το κάλυψε ο Δήμος Ευόσμου. Ο Δήμος Σταυρούπολης φιλοξενεί για ένα τριήμερο την παράσταση κάνοντας κι αυτός με τη σειρά του έξοδα προβολής και όχι μόνο. Χίλια ευχαριστώ!