Κυριακή, Δεκεμβρίου 31, 2006

Μπα, πέρασαν κιόλας είκοσι χρόνια;

Από τα χρόνια του στρατού μπήκε η ιδέα και μετά το απολυτήριο άρχισε το συστηματικό γράψιμο (1984-1986). Τον Φεβρουάριο του 1987 τυπώθηκε.
Η μοτοσυκλέτα στην ελληνική λογοτεχνία. Μια μελέτη.
Μετά από έντεκα χρόνια βγήκε σε δεύτερη έκδοση, εμπλουτισμένη μεν, κρατώντας τα ίδια χρονολογικά όρια έρευνας της πρώτης έκδοσης δε: μέχρι και το 1985.
Καλά ήταν. Πολλοί άνθρωποι την πρόσεξαν, κάποιοι έγραψαν κιόλας δυο κουβέντες και για την πρώτη και για τη δεύτερη έκδοση. Κοτζάμ σαλόνι στα ΝΕΑ από τον, αείμνηστο, Σταματίου ευτύχησε να δει. (Αυτό μην το ανοίγετε τώρα, είναι λίγο μεγάλο. Στο τέλος ανοίξτε το. Σαν κερασάκι στην τούρτα).
Το ψάξιμο δεν σταμάτησε ποτέ και τα βιβλία ή τα περιοδικά που είχαν σε κάποια σελίδα τους και τη λέξη ακόμα μοτοσυκλέτα στοιβάζονταν στα ράφια της βιβλιοθήκης μου.
Και όχι μόνον αυτό. Κάποια κείμενα ξέφευγαν από την ιδιότητα του κειμένου που αναφέρεται σε μοτοσυκλέτες ή μοτοσυκλετιστές και αναδεικνύονταν σε όμορφα κείμενα με μοτοσυκλέτες και μοτοσυκλετιστές.

Και τι τα κάνει κανείς τα όμορφα κείμενα;
Τα βγάζει στο μεϊντάνι να τα διαβάσουν κι άλλοι ταιριασμένα σε μια θεματική ανθολογία, πλάι σε άλλα, όμοια και αντίθετα, μεγάλων και λιγότερο μεγάλων (σε ηλικία και όχι μόνο), γνωστών και λιγότερο γνωστών (στην πιάτσα του βιβλίου και των αναγνωστών της
λογοτεχνίας) συγγραφέων.

Αυτό έγινε και η διαδικασία φτάνει στο τέλος της. Αφού τελείωσε η επιλογή των κειμένων, έπρεπε ν’ ακολουθήσει και η ενημέρωση των συγγραφέων. Αναζήτηση διευθύνσεων και τηλεφώνων (γεια σου internet με τα ωραία σου) και μετά αλληλογραφία, η οποία ακόμα είναι σε εξέλιξη. Σχεδόν όλοι, όσοι εντοπίστηκαν (υπάρχουν, λίγοι ευτυχώς, συγγραφείς τους οποίους ακόμη δεν μπόρεσα να βρω) ανταποκρίθηκαν θετικά με συγκινητική, για μένα, προθυμία. Η ανθολογία είναι έτοιμη να φύγει από το συρτάρι του γραφείου μου και να πάρει την άγουσα για τις εκδόσεις Ζήτρος κι από εκεί (αν όλα πάνε καλά) να γίνει βιβλίο, είκοσι χρόνια μετά το πρώτο της αδερφάκι. Δεν είναι αυτό που βλέπετε το εξώφυλλο. Δεν είναι δική μου δουλειά, όπως καταλαβαίνετε. Εγώ έπαιξα λίγο στο Photoshop για να δείξω στον Άη-Βασίλη τι θέλω (ανάμεσα σε άλλα, που δεν τα λέω εδώ) να μου φέρει το 2007 και κλείνω το 2006 μ’ αυτήν την ανάρτηση στο διαδίκτυο και όχι με άλλη που είχα κατά νου για πολιτική και δημοτικές εκλογές και άλλες «παρασπονδίες» μου.
Καλή χρονιά!

Τρίτη, Δεκεμβρίου 05, 2006

graffiti σ’ εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο φυτοφαρμάκων


ΔΙΑΝΑ, off
graffiti σ’ εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο φυτοφαρμάκων

Αυτό το τέλος μοιάζει μ’ αρχή
η ανάσα κοφτή το χρώμα με ήχους,
σε τοίχους γυμνούς, σε τούβλα κοινά

οσμές πυρπολούνε με άχτι τα νεύρα
χέρια χορεύουνε ολόκληρες νύχτες
παλμοί, αλαλαγμοί, παρέες και φίλοι
κενά της ζωής, άδεια βαρέλια
χαμόγελα τοξικά
χαρακιές για φορτία,
για μέρες που απομένουν,
για στολίδια που βαραίνουν


σωλήνες, φλέβες βρωμερές
από τσιμέντα βγαίνουν και χάσκουν

γέρνουν στο πουθενά
βρύσες που ξέχασαν να στάζουν
στεγνές
σιωπηρές
τρομερές
πληγές

ναι, χρώματα που μιλάνε
και δάση και τρένα και σηματοδότες
και γυναίκες και βλέμματα και αριθμοί
και φως και οργή


ποια μάνα;
ποιος φίλος;

ποιοι είναι αυτοί;
πούθε βαστούνε και τι θε να πούνε;

μιλάνε τα λόγια, μιλάνε τα μάτια,
μα τα πινέλα, κυρίως, τα σπρέυ τα ρημάδια
αφήνουν τις ουσίες να τρυπάνε το χώμα
σημάδια σε σώματα, μελάνια στο αίμα

κανείς δεν περίμενε
το άδειο κουφάρι τις νύχτες ν’ αλλάζει
μ’ ανάσες τοξικές, σκοτεινά να γιορτάζει


ποια λόγια;
ποια χάδια;
ποια αγόρια,
ποια κορίτσια
τυλίξαν τα χνώτα τους με θείο κι αφιόνι;

ποια μάτια περίμεναν πως θα ’ρχονταν να δούνε;
ποια χείλη θα άνοιγαν κουβέντα να πούνε;

δε βάφουν πλατείες και δρόμους με πλήθος
βάφουνε χάσιμο, τρέλα και χτύπο στο στήθος

κρυμμένες εικόνες
δοκίμια, ασκήσεις

μαντήλια στη μύτη
κολλύρια στο μάτι
διαβάτη κόπιασε
κοίτα και φύγε

ποιοι ήταν;
πού πήγαν;
πότε θα ’ρθούνε;

ρώτα τα χρώματα
μπορεί να σου πούνε


Υ.Γ. Οι κινητοποιήσεις πολιτών και Τοπικής Αυτοδιοίκησης έφε­ραν, μετά από δεκαετίες, ένα πρώτο αποτέλεσμα.
Το τελευταίο φορτίο των εγκαταλελειμμένων φυτοφαρμάκων του πρώην εργοστασίου ΔΙΑΝΑ, το οποίο βρίσκεται στα όρια του Δήμου Ευκαρπίας αλλά το φορτώθηκε πολιτικά και περιβαλλοντικά ο Δήμος Σταυρούπολης, έφυγε τον Οκτώβριο του 2006.
Η έντονη οσμή που παραμένει στο χώρο, υπενθυμίζει στον καθένα πως μένουν να γίνουν πολλά ακόμη σε πολιτικό επίπεδο, ώστε η ΔΙΑΝΑ να μείνει μόνο σαν ανάμνηση.
Το ερειπωμένο εργοστάσιο όμως, για όποιον αντέξει να το περπατήσει, φανερώνει και μιαν άγνωστη πτυχή του.
Κάποιοι, (Μετρώντας τις δυνάμεις τους; Μη βρίσκοντας αλλού ελεύθερες επιφάνειες; Θέλοντας κάτι άλλο;), επιδόθηκαν στην τέχνη του graffiti στους μολυσμένους τοίχους.
Αυτήν την ομορφιά οσμίστηκε και αναδεικνύει το δεύτερο Κλειδί της Πόλης
γράφει στο εισαγωγικό του σημείωμα το ετήσιο τεύχος του ΚΛΕΙΔΙΟΥ που συνοδεύει το τελευταίο τεύχος του τριμηνιαίου περιοδικού του Δήμου Σταυρούπολης, την ΠΟΛΗ για να εισάγει στο θέμα του, τα graffiti στο εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο φυτοφαρμάκων ΔΙΑΝΑ, τον εφιάλτη της δυτικής Θεσσαλονίκης για πολλά χρόνια. Το τσαλίμι, ηθικός και ένας εκ των φυσικών αυτουργών αυτής της έκδοσης, αναλαμβάνει την ευθύνη του δια της παρούσης αναρτήσεως στο διαδίκτυο και προτείνει στους Σταυρουπολίτες, κυρίως, να αναζητήσουν το καλλιτεχνικό αυτό ΚΛΕΙΔΙ που διατίθεται δωρεάν σε 2000 μόνο αντίτυπα.


Σάββατο, Δεκεμβρίου 02, 2006

Όταν η τέχνη έχει κέφια και την φροντίζουν μερακλήδες

Εδώ και πολύ καιρό, μετά από πολλές παραστάσεις διαφόρων θιάσων, μια μικρή συλλογή λέξεων γυρόφερνε στο μυαλό μου και περιέγραφε τα συναισθήματα και τη γνώμη μου για ό,τι είδα και υπέμεινα: σπατάλη, ψεύτικο, δήθεν, επηρμένο, μη χειρότερα και πάει λέγοντας. Όταν έβλεπα να γίνονται επιλογές που δεν τις καταλάβαινα και διάβαζα για μεγάλα και τρανά έργα και εμπνευσμένες σκηνοθεσίες, όλο και πιο συχνά σκεφτόμουν το παραμύθι και το βασιλιά που ήταν γυμνός ο φουκαράς κι όλοι καμώνονταν πως κάτι έβλεπαν.
Όχι όμως χθες.
Παρόλο που η ανακοίνωση του θέματος του έργου δεν μ’ ενθουσίαζε «καταπιεσμένη σύζυγος δια του εραστού σκοτώνει το σατράπη σύζυγο και καταλήγει στην ηλεκτρική καρέκλα» ένα στοιχείο μ’ έκανε να θέλω να τη δώ. 28 ηθοποιοί σ’ ένα έργο το οποίο πιο πολύ θα έφερνε σε μονόλογο κάποιου πικραμένου. Τι ακριβώς θα έκαναν όλοι αυτοί πάνω στη σκηνή υπηρετώντας ένα κοινό θέμα; Πληροφορίες από τεχνικούς του θεάτρου έλεγαν πως γίνεται χαμός στην τεράστια σκηνή της ΕΜΣ και ότι είναι πολύ δύσκολο τεχνικά το έργο. Επί πλέον στοιχεία: Άγνωστη σε μένα σκηνοθέτις και πρωταγωνίστρια.
Πήγα στην πρεμιέρα και όταν βγήκα έψαχνα σε τέτοιες λέξεις να βρω τι θα ταίριαζε σ’ αυτό που είδα: συγκλονιστικό, συναρπαστικό, εμπνευσμένο. Με λίγα λόγια μια επιλογή εύστοχη για μια κρατική σκηνή: και η επιλογή του έργου και η επιλογή των συνεργατών.
Επί τέλους και μια παράσταση με υπαινικτικό λόγο και εικόνα, με απαγορευμένη την άσκοπη τσιρίδα, το τρεχαλητό πάνω στη σκηνή και το ξεκατίνιασμα με τα δήθεν προοδευτικά ξεγυμνώματα των - νεαρών - κοριτσιών και αγοριών από κουλτουριάρηδες σκηνοθέτες.
Δεν ξέρω τι θα γραφτεί, δεν ξέρω πόσοι θα πάνε να δούνε την παράσταση αλλά όποιος δεν δει αυτήν την Μαρίνα Ψάλτη να παίζει θέατρο κάτι θα έχει χάσει και όποιος δεν δει τι βάζει να γίνεται, σε μια γκαρσονιέρα από έναν τυχοδιώκτη εραστή και μια - στερημένη χαράς- παντρεμένη γυναίκα, η σκηνοθέτιδα Νικαίτη Κοντούρη θα έχει στερηθεί της ευκαιρίας να απολαύσει τρυφερότητα, αισθαντικότητα, μεστή υποκριτική και αληθινή- θεατρική μα και ανθρώπινη- αξιοπρέπεια.

Όλα ήταν άψογα μα η αναφορά εδώ στα σκηνικά και στη μουσική και στο δυναμικό του ΚΘΒΕ θα ξέφευγε της λογικής της ημερολογιακής καταγραφής και θα το έπαιζε κριτική. Όχι. Καταγράφω αυτά που θέλω πολύ να θυμάμαι. Όταν η τέχνη έχει κέφια και την φροντίζουν μερακλήδες γίνονται πράγματα που θέλεις να τα θυμάσαι.