Φέτος ανάμεσα στα βιβλία που αγόρασα εξυφάνθηκε μία συνωμοσία. Κάποια μπλέχτηκαν με κάποια άλλα και κατάφεραν αυτό που καταφέρνει η Καλή Τέχνη: μ' αναστάτωσαν και με γέμισαν. Όχι απαραίτητα με γνώση. Με ερωτήματα. Σημαντικά και ενδιαφέροντα. Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Οι «Μπαμπάδες με ρούμι» είναι ένα θεατρικό έργο των Θανάση Παπαθανασίου-Μιχάλη Ρέππα που κυκλοφόρησε σε βιβλίο από τις εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ-ΚΟΥΛΕΔΑΚΗ, πρόσφατα. Αν και στο βιβλίο δεν αναφέρεται, έχω την εντύπωση πως παίχτηκε και στο θέατρο του Δήμου Σταυρούπολης παλιά, τότε που έρχονταν θίασοι και παίζανε. Γιατί κάποτε παίζανε και τώρα δεν παίζουνε; Άλλο θέμα αυτό, μην πλατιάζουμε.
Εκπληκτικό κείμενο, την παράσταση δεν την είδα. Θέμα της είναι η περιουσία του παππού και οι νόμιμοι κληρονόμοι. Δυο αδέλφια με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Έτσι θα ήταν αν το έργο γράφονταν πριν τριάντα χρόνια. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες όμως η ελληνική πραγματικότητα περιλαμβάνει και τις Βαλκάνιες Ψυχοπονιάρες. Καπάτσες Βουλγάρες ή Ρουμάνες ή και Ρωσσίδες την πέφτουν σε μοναχικούς ώριμους κυρίους, ξεσκατώνουν και ανακουφίζουν και βάζουν στο χέρι συντάξεις και ακίνητα δια της νομίμου οδού: γάμος με το χούφταλο κι άσε τα τέκνα του να κουρεύονται. Πλήθος οι ιστορίες και τα παραδείγματα, θησαυρός πληροφοριών τα ΚΑΠΗ και τα φαρμακεία, καθόσον και η συνδρομή της επιστήμης απαραίτητη όταν το πνεύμα μεν πρόθυμον αλλά η ρημάδα η σάρξ ... εξεπλήρωσεν την αποστολήν της κι ότι χάρηκε ο παππούς από φυσικού του χάρηκε. Τώρα μόνο με το μπλε χαπάκι.
Το διάβασα μου άρεσε και τέλος...
...αμ δε τέλος.
Το επόμενο βιβλίο (Στα Ναζιστικά Στρατόπεδα, εκδ. Ιωλκός, 2003) ανήκει σε άλλη κατηγορία. Είναι μία μαρτυρία ενός ανθρώπου που κρατήθηκε όμηρος σε ναζιστικό στρατόπεδο από τον Αύγουστο του 1944 και για ένα περίπου χρόνο. Οι συγγραφείς (και ο πραγματικός Βασίλης Παυλίδης και ο εμφανιζόμενος στο εξώφυλλο Χρήστος Σαμουηλίδης που το επιμελήθηκε) κατάγονται από το Κιλκίς και οι τελευταίες ημέρες κράτησης είναι στο στρατόπεδο Παύλου Μελά. Όπως γίνεται φανερό, το ενδιαφέρον μου ανεβαίνει για πολλούς λόγους. Από την πρώτη στιγμή το βιβλίο αυτό συνδέεται με το αδερφάκι του που προηγήθηκε κατά σαράντα περίπου χρόνια, το βιβλίο του Όμηρου Πέλλα ΣΤΑΛΑΓΚ VI C το οποίο έχω στη βιβλιοθήκη μου από την πρώτη του έκδοση, εκδ. ΜΝΗΜΗ.
Ο Παυλίδης γράφει χωρίς πολλές λεπτομέρειες, παρόλα αυτά συμπληρώνει με λεπτομέρειες τον Πέλλα. Κυρίως σε ονοματεπώνυμα κρατουμένων, κάτι που ο Πέλλας το αποφεύγει. Το επόμενο βήμα ήταν το κατέβασμα του ΣΤΑΛΑΓΚ από το ράφι της βιβλιοθήκης μου και to πιο προσεκτικό, τώρα, διάβασμά του, αφού το πρώτο διάβασμα έμενε στις πρώτες σελίδες του και στις αναφορές του στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά.
Ο Παυλίδης συνελήφθη το 1944 σε ηλικία 18 χρονών. Τώρα είναι 82. Έχω την εντύπωση πως ζει.
Είναι εκπληκτική η γραφή του Πέλλα. Περιγράφει τις συνθήκες διαβίωσης στα ναζιστικά στρατόπεδα με λογοτεχνική δεξιοτεχνία αλλά και με σχολαστική ακρίβεια χωρίς το ένα να λειτουργεί εις βάρος του άλλου. Πριν αρχίσω να ξαναψάχνω το βιογραφικό του, μου ήρθε ο παππούς των Μπαμπάδων με ρούμι στο νου κι άρχισα τους συνειρμούς. Είναι εύκολος στόχος της σάτιρας οι ηλικιωμένοι. Με καλή πρόθεση, δεν αμφιβάλλω. Δέστε τις γριές του Λαζόπουλου κι όχι μόνο αυτουνού. Πρώτη ύλη για γέλιο αβίαστο και γάργαρο. Όμως...
Ο σημερινός ογδοντάρης γεννήθηκε λίγο πριν-λίγο μετά το 1922. Προσφυγιά λοιπόν για πολλούς από αυτούς. Στην εφηβεία τους Κατοχή κι Αντάρτικο. Μετά Εμφύλιος και Μετεμφυλιακό Εκδικητικό Κράτος για τους Ηττημένους. Και εξορίες και βασανιστήρια και ξανά δικτατορία και ξανά εξορίες και βασανιστήρια και πολιτικές δολοφονίες και... άστα να πάνε.
Σκεφτόμουνα λοιπόν τι κοινό έχουν οι γέροι με τις Βουλγάρες τους και οι γέροι με τα βασανιστήρια και την πείνα. Στα ίδια χρόνια έζησαν, μερικοί τα έκαναν και τα δυο.
Γράφουν ο Πέλλας και ο Παυλίδης για την επιστροφή τους στην Ελλάδα την πατρίδα και την έχουν στο νου σαν συνώνυμο της Ελευθερίας. Γυρνάει ο Παυλίδης και του παίρνουνε αποτυπώματα στο αεροδρόμιο της Αθήνας τον Αύγουστο του 1945.
Γυρνάει κοντά 34 κιλά ο Πέλλας και τον περιμένουνε Μακρόνησος και κυνηγητό μέχρι να φύγει από καρδιά λίγο μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του.
Ένα μπούκωμα φώλιασε μέσα μου. Πρέπει να επιστρέφουμε σε μερικά αναγνώσματα για να μην χάσουμε το μέτρο. Εξήντα τέσσερα χρόνια μας χωρίζουν από εκείνο το πρωινό που 500 άνθρωποι περπατούσαν την οδό Λαγκαδά για να φορτωθούν στα βαγόνια που θα τους οδηγούσαν στην εξαθλίωση και τους περισσότερους στο θάνατο. Πολλή λήθη χωράει σε εξήντα τέσσερα χρόνια. Πολλή.
3 σχόλια:
Σ' ένα τέτοιο κείμενο δεν χωράνε και πολλά λόγια...
Καταπληκτικοί οι συνειρμοί σου...
Απλά χαίρομαι που μας έδωσες την ευκαιρία να διαβάσουμε τα σχόλια και τις σκέψεις σου.
Εδω,καλε μου,ξεχναν τις προηγουμενες 64 ωρες της ζωης τους,για τα 64 χρονια θα σκιαχτουν;Αν ζουσαν οι γονεις μου σημερα θα ηταν γυρω στα 83 και 80 αντιστοιχα,και αυτες τις εποχες τις εζησαν στο πετσι τους αρκετα σκληρα.Καποτε το εφερα βαρεως που οι γονεις μου ηταν μεγαλυτεροι απ' των φιλων μου,αλλα μεγαλωνοντας καταλαβα ποσο τυχερη υπηρξα.Ακομα και σε συνομηλικους μου να κανω κουβεντα (μολις πηρα τα 40),νομιζουν οτι τους μιλαω για την εποχη του Πλειστοκαινου!
"Σκεφτομαι τι κοινο εχουν...".Ποσες φορες αναρωτηθηκα κι εγω!
Την καλησπερα μου.
-ΑΤΠ-
Καλημέρα Erwta Stomaxh, καλημέρα -ΑΤΠ- και σας ευχαριστώ.
Είναι όμορφο να μοιράζεσαι σκέψεις, ακόμα και μαύρες, με ανθρώπους που καταλαβαίνουν.
Δημοσίευση σχολίου