Έλα μανούλα μου μνήμη
πιάσε μου το χέρι και οδήγησέ με.
Μην προσέχεις πού πατάμε,
άσε τα γυμνά μας πόδια να τσακίζουν
ξερόκλαδα φίλους
άνθη έρωτες
αποτσίγαρα νιάτα.
Έλα μανούλα μου και πάμε
κι αργά το βράδυ
να κάτσουμε στο πάτωμα
να φέρουμε το ένα πόδι πάνω στ’ άλλο
να σκύψουμε πρόσωπο με πέλμα
και να μιλήσουμε τρυφερά με τα σημάδια
να χαϊδέψουμε τις πληγές
να βγάλουμε ανάμεσα από τα δάχτυλα
σκουπίδια ημέρες ελπίδες
μαυράδια νύχτες προσευχές
κλωστούλες ξημερώματα ζευγαρώματα
ν’ αδειάσουμε από το χρόνο βάρος μανούλα μου
να ξεμπερδεύουμε πια.
4 σχόλια:
Αυτό το σημερινό ξεπέρασε πολλά προηγούμενα. Σε κάθε λέξη βλέπω ένα κρυφό (συμβολικό;) νόημα, ένα μήνυμα. Κάθε φορά που το διαβάζω βλέπω κι άλλο.
Η έλλειψη σημείων στίξης οδηγεί κάπου αλλού
…ξερόκλαδα φίλους…
…αποτσίγαρα νιάτα…
…σκουπίδια ημέρες ελπίδες…
…μαυράδια νύχτες προσευχές…
Ζωή που ξέχασα σ’ ένα περβάζι
και συμβίβασα τον χρόνο
που μοιάζει να χάθηκε
κοιτάζοντας εκείνα
που κάποτε ονειρεύθηκα…
Δείμε, αυτή είναι η μαγεία της ποίησης: το ποίημα με τη δημοσίευσή του ξεκινάει ένα ταξίδι με τόσους προορισμούς, όσοι και οι αναγνώστες του. Χαίρομαι που τα λέμε.
Ήχε, η αναμέτρηση με το χρόνο δεν είναι αναγκαστικά ήττα και παραίτηση. Μου εξήγησε κάποτε ένας γνωστός ποιητής γιατί διάβαζε τα ποιήματα που του έφερναν νέοι και νέες στο λογοτεχνικό κουρμπέτι, παραμορφώνοντας τη φωνή του και τη στίξη: το πραγματικό ποίημα μπορεί και αντέχει στην κακομεταχείριση, ο κακός λογοτέχνης δεν αντέχει στην κριτική.
Έτσι και το παρελθόν μας. Με μια σκληρότητα στην ανάκληση των πεπραγμένων μας μπορούμε ν’ αγαπήσουμε την πραγματική ζωή μας. Με τα λάθη και τις ήττες της, ανάμεσα στ’ άλλα.
Σ’ ευχαριστώ για το σχόλιό σου και για το όμορφο δώρο που βρήκα στο Ελιξίριο.
Μνήμη
και λέξεις με συνεικόνες
ορατές ακόμη και στο σκοτάδι.
Δημοσίευση σχολίου