Πίνακας του Παύλου Σάμιου, από το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα
λέξεις, κουβέντες του αέρα.
Μου γύρισαν πίσω πολλές.
Αντίποινα θαρρείς
που τις ξεστόμισα εύκολα
κι αυτές
ξεχύθηκαν, οι άμυαλες,
με ταχύτητα σε μονολόγους.
Κομπάζοντας, χαθήκαν.
Νόμιζα.
Όμως όχι.
Γυρνάνε πίσω πότε πότε.
Με πετυχαίνουν χειμώνες στο καφενείο
με το μπλε χαρτί στα τζάμια,
να κάθομαι δίπλα στη σόμπα.
Άηχες,
ξεκομμένες από κάθε διάλογο,
τρυπώνουν ανάμεσα στο σπασμένο πόδι
και το πυρωμένο μαντέμι.
Απόμαχες κι αυτές
γεύονται το βουβό αλισβερίσι˙
τη θέρμη να γλυκαίνει τον πόνο.
Έτσι ανεβαίνω, πια, τις ώρες μου.
Υ.Γ.
Οι λέξεις που μου εμπιστεύτηκε ο/η paraxeno είναι οι κόκκινες στο κείμενο. Τις μπόλιασα με δικές μου. Ελπίζω να κάνουνε καλή παρέα.
2 σχόλια:
το παλιό μας παιχνίδι, μπορεί να ξανανθίσει στη μπλογκόσφαιρα μου φαίνεται, ίσως έτσι έρθουν και οι φίλοι οι παλιοί που σιωπήσαν απογοητευμένοι, όταν οι λέξεις τσαλαπατήθηκαν σε άλλα δικτυακά μονοπάτια,
σε ευχαριστώ τσαλίμι, σκόρπα λέξεις να γίνει ο κόσμος μια εικόνα, ένα σεντόνι γεμάτο από εμάς, δεν έχει διαφορά από τα πέντε πράγματα για μένα την πυραμίδα, μονο που εκεί αναλαμβάνουν οι λέξεις να δείξουν τα κρυμένα κι αυτό ειναι ακόμη πιο ευχάριστο, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον...
σκεφτήτε κάτι τις να δούμε κι άλλους με λέξεις, εγώ φρέσκια είμαι δεν ξέρω κόσμο...
Μ’ αρέσει αυτό το παιχνίδι. Συγχαρητήρια.
Εγώ ξεκινάω τώρα. Θα ήθελα το banner για την ποίηση, όχι επειδή με διαβάζουν, αλλά επειδή μ’ αρέσει.
Το e-mail μου βρίσκεται στο profile μου.
Δημοσίευση σχολίου